Χανιά: Ενάντια στο βιοπολιτικό έλεγχο και τους διαχωρισμούς

Ενάντια στο βιοπολιτικό έλεγχο και τους διαχωρισμούς

Η εξάπλωση της πανδημίας φανέρωσε τις αδυναμίες των δημόσιων υγειονομικών δομών της καπιταλιστικής κυριαρχίας με βαθιές ανεπάρκειες σε υποδομές, εξοπλισμό, υλικά και προσωπικό. Η απορρύθμιση των δομών αυτών, μέσα από τις κρατικές πολιτικές μείωσης των επενδύσεων στον τομέα της δημόσιας υγείας, δημιούργησε μια συνθήκη καθαρά ταξική. Συνθήκη που επιφέρει τον άμεσο ή έμμεσο αποκλεισμό ολοένα και μεγαλύτερων κοινωνικών κομματιών από αυτές, και παρέχει μόνο τα ελάχιστα απαραίτητα που επιτρέπουν την κοινωνική τους αναπαραγωγή. Η επικοινωνιακή “αγωνία” του κράτους για την αντοχή των δομών υγείας δεν αφορά κάποια έγνοια για την υγεία μας, αλλά ουσιαστικά αφορά τον κίνδυνο αμφισβήτησης του κράτους και κατ’ επέκταση της διάρρηξης της κοινωνικής ειρήνης.

Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία εμφάνισης επαναλαμβανόμενων κρίσεων αναπαραγωγής της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Κρίσεων τόσο συχνών, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κρίση -γενικά- αποτελεί την κανονικότητα της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Το κράτος επιδιώκει να διαχειρίζεται την κανονικότητα των κρίσεων με την κανονικότητα μιας συνεχούς κατάστασης εξαίρεσης – αποφάσεις που η μια ακολουθεί την άλλη και λαμβάνονται με τη μορφή έκτακτων διαταγμάτων. Με αφορμή την πανδημία, τα κράτη προετοιμάζονται για τη διαχείριση της κρίσης, τόσο ως προς το εσωτερικό όσο και ως προς το εξωτερικό τους. Δηλαδή, με μια διαδικασία προληπτικής αντιεξέγερσης, προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν τις όποιες κοινωνικές αντιστάσεις εκδηλωθούν στην επικράτειά τους. Η ίδια αυτή διαδικασία εσωτερικής διαχείρισης είναι μέρος της προετοιμασίας για την ανακατανομή του χάρτη των διεθνών σχέσεων, τους νέους διακρατικούς ανταγωνισμούς, και τις συνθήκες πολέμου που πλησιάζουν όλο και περισσότερο.

Η πανδημία αποτέλεσε αφορμή ώστε να επιταχυνθούν διαδικασίες επέλασης του κεφαλαίου σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής (οικονομία, εκπαίδευση, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, εισαγωγή τηλε-εργασίας κλπ.), να παγώσει κάθε κοινωνική αντίσταση, και να ενταθεί η αστυνόμευση του δημόσιου χώρου. Οι κοινωνικές σχέσεις διαμεσολαβούνται όλο και περισσότερο από ψηφιακές τεχνολογίες, συνθήκη που κατακερματίζει, εξατομικεύει και ελέγχει ακόμα περισσότερο το κοινωνικό σώμα. Νέες περιφράξεις, νέες αγορές και νέα πεδία εκμετάλλευσης ανοίγονται για το κεφάλαιο, αλλά και νέες δυνατότητες ελέγχου και καταστολής για το κράτος. Παράλληλα, επιταχύνεται και ο μετασχηματισμός των ίδιων των θεσμών και της μορφής διακυβέρνησης. Στο όνομα της βιοασφάλειας και του ελέγχου, η προσβασιμότητα που παρείχε το φιλελεύθερο πλαίσιο υπόκειται πλέον σε αυξανόμενους ελέγχους, διαβαθμίσεις πρόσβασης και περιορισμούς στην κοινωνική ζωή. Οι ελευθερίες που επιλέγει να παραχωρεί το κράτος είναι αυτές που επιτρέπουν την απρόσκοπτη παραγωγή και κατανάλωση αλλά και τη συνέχιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας.

Μέτρα για τον έλεγχο της μετακίνησης, όπως τα δικαιολογητικά των 6 περιπτώσεων εξόδου κατά το λοκνταουν και το green pass για τους εμβολιασμένους τώρα, δεν είναι υγειονομικά, αλλά πολιτικά μέτρα πειθάρχησης. Τα νέου τύπου διαβατήρια εισάγουν διαβαθμισμένους όρους κίνησης εντός των τειχών της δυτικής κυριαρχίας και επεκτείνονται σε όλο τον πληθυσμό. Δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο, καθώς οι αποκλεισμοί αφορούν ήδη σε μέγιστο βαθμό τις αόρατες αυτού του κόσμου – τις μετανάστριες, τους ρομά, τις τοξικεξαρτημένες, τις οροθετικές, τα τρανς, τους φτωχοδιάβολους. Τα προνόμια προσβασιμότητας και η συνήθεια χρήσης των πιστοποιητικών, εξοικειώνουν την κοινωνία σε αυξανόμενο έλεγχο, αξιολογήσεις και διαχωρισμούς. Το κράτος θέλει να εισαγάγει ψηφιακή ταυτότητα που θα περιλαμβάνει διευρυμένα στοιχεία του εαυτού -συμπεριλαμβανομένης της κατάστασης της υγείας μας- και σημεία ελέγχου σε διάφορα τμήματα της πόλης και της κοινωνικής ζωής, από την εργασία μέχρι την κατανάλωση. Ο καθένας γίνεται εν δυνάμει ταυτόχρονα ελεγκτής και ελεγχόμενος του άλλου, μια διαδικασία που προσδοκά να οδηγήσει σε επιταγές αναβαθμισμένης αυτοπειθάρχησης, ώστε να καλυφθούν οι όροι της “ατομικής και κοινωνικής ευθύνης”.

Η διαχείριση της έκτακτης κατάστασης βασίζεται στην εργαλειακή παραγωγή του φόβου και τη συνεπακόλουθη ανάγκη για ασφάλεια. Ένα συμβάν που νοηματοδοτείται ως “η μεγάλη απειλή” – με αντίστοιχο τρόπο που προβλήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν οι επιθέσεις της 11/9/2001 ή η αναγκαστική μετακίνηση των εκδιωγμένων από τον πόλεμο, τις εκκαθαρίσεις και την πείνα, μεταναστών. Κομβικό ρόλο στη διασπορά του φόβου έχουν αναλάβει τα εντολοδόχα μμε, ενώ την ασφάλεια έρχεται να παράσχει το κράτος-προστάτης, με ό,τι συνεπάγεται κάθε προστασία – τη συνθηκολόγηση στο μονοπώλιο της βίας του κράτους, και την παράδοση στην ιδεολογική του ηγεμονία.

Η κυριαρχία επιδιώκει να χτίσει μια διαταξική, εθνική συναίνεση και συστοίχιση των υπηκόων πίσω από την ιδεολογία και τις επιλογές της κρατικής μηχανής. Μια άνευ όρων συνθηκολόγηση παρόμοια με αυτή που ζητείται σε κατάσταση πολέμου. Σε αυτό συμβάλει και η χρήση πολεμικών όρων στο αφήγημα του ιού ως “αόρατου εχθρού”, όπου οποιοσδήποτε είναι δυνητικά επικίνδυνος και επομένως πρέπει να περιοριστεί και να ελεγχθεί. Ένα πολεμικό αφήγημα που στοχεύει στη μαζική ψυχολογική και ιδεολογική (α)κινητοποίηση του πληθυσμού, και διαχωρίζει κάθετα το κοινωνικό σώμα ανάμεσα στους “υπάκουους και υπεύθυνους πολίτες” και σε όσους δεν συναινούν και αντιμετωπίζονται ως “προδότες” που πρέπει να απομονωθούν. Μια συνθήκη ευνοϊκή για τα κράτη, σε μια περίοδο έντονων διακρατικών ανταγωνισμών και προετοιμασίας πολέμου.

Σε αυτή τη συγκυρία είδαμε πως η αριστερά -εκτός μεμονωμένων εξαιρέσεων- όχι μόνο δεν αμφισβήτησε την κεντρική κρατική πολιτική, αλλά ουσιαστικά συναίνεσε στην εγκαθίδρυση της νέας κατάστασης εξαίρεσης. Με το αόριστο “μετά θα λογαριαστούμε”, υπέγραψε συνθηκολόγηση και παρέδωσε εγκαταλείποντας όλο τον κοινωνικό χώρο αμαχητί στην επέλαση των πολιτικών του κράτους. Αρκέστηκε σε μια ισχνή αντιπολιτευτική κριτική που προσχηματικά ήθελε να διαφοροποιηθεί από τον κεντρικό πολιτικό λόγο, βασισμένη σε γενικά και πάγια αιτήματα για περισσότερες ΜΕΘ, στήριξη του ΕΣΥ και “εμβόλια για το λαό”, ενώ ταυτόχρονα πλειοδοτούσε για σκληρότερη και παρατεταμένη καραντίνα. Τη βασική προσέγγιση της αριστεράς πήραν και κομμάτια της αντιεξουσίας. Κατά την πρώτη καραντίνα πολλές συνελεύσεις σταμάτησαν, οι περισσότεροι αυτοοργανωμένοι χώροι ερήμωσαν, και οι ελάχιστες κινήσεις αντίστασης έγιναν από εκείνα τα λιγοστά κομμάτια του ανταγωνιστικού κινήματος που παρέμειναν, παρά τις δύσκολες συνθήκες, στο δρόμο. Παράλληλα, κοινωνικές διεργασίες αντίδρασης γεννήθηκαν από τα κάτω και οδήγησαν κοινωνικά κομμάτια -κυρίως τη νεολαία- σε πολύμορφη απειθαρχία απέναντι στα μέτρα και στη δυναμική αντίδραση με την εξέγερση της νέας σμύρνης το μάρτη του 2021 – αναγκάζοντας το κράτος να άρει πρόωρα μέρος του λοκντάουν. Ουσιαστικά, μόνο τη 17 νοέμβρη και 6 δεκέμβρη διευρυμένα κομμάτια του αγώνα κατέβηκαν και στάθηκαν στο δρόμο, αμφισβητώντας έμπρακτα τις απαγορεύσεις της αστυνομίας. Αν κάτι ξεχώρισε την τελευταία περίοδο, ήταν η απεργία πείνας διαρκείας του Δημήτρη Κουφοντίνα και η μαζική και πολύμορφη αλληλεγγύη που αναπτύχθηκε γύρω από αυτή.

Πάνω στη συζήτηση για την υγεία -που σίγουρα είναι κάτι που μας ενδιαφέρει- δεν θα πρέπει να παραγνωρίσουμε ότι τα αιτήματα για περισσότερες δημόσιες επενδύσεις έχουν και μια διπλή αντίφαση. Από τη μια, μας εγκλωβίζουν στη σφαίρα της κυριαρχίας του κράτους και της παροχής προνοιακής πολιτικής. Μιας πολιτικής που γνωρίζουμε τον ιστορικό ρόλο που έπαιξε ως μορφή κοινωνικού ελέγχου, ειρήνευσης και καθυπόταξης των ανταγωνιστικών διεκδικήσεων προηγούμενων δεκαετιών. Από την άλλη, προσπερνούν τη ριζοσπαστική κριτική που ασκήθηκε στην ιδεολογία και πρακτική της παραγωγής υγείας και το ρόλο της επιστήμης. Κριτική με κύριες αιχμές την προβληματική του κανονικού και του παθολογικού, τις πολιτικές/κοινωνικές διαστάσεις της αρρώστιας (φτώχια, πείνα, συνθήκες διαβίωσης), την απαξίωση διαφόρων παραδοσιακών θεραπευτικών μεθόδων, την αντιμετώπιση του σώματος ως μηχανής και της ασθενείας ως ιατρο-τεχνικού προβλήματος, τον υποβιβασμό της ψυχικής υγείας και την ταυτόχρονη επέλαση της ψυχιατρικής, την επικέντρωση της θεραπείας πάνω στο σύμπτωμα και όχι στα αίτια, την έξαρση της ιδεολογίας του υγιεινισμού και την επιχειρηματοποίηση γύρω από αυτόν, τις βλάβες στην υγεία που προκαλούν οι ίδιες οι νοσηλευτικές δομές και οι θεραπευτικές διαδικασίες, το ρόλο του συμπλέγματος πολυεθνικών φαρμακοβιομηχανιών, εταιριών ιατροτεχνικού εξοπλισμού και μεγάλων ασφαλιστικών ομίλων μέσα από τη διαπλοκή τους με το πολιτικό κατεστημένο, τη μη-ουδετερότητα της επιστήμης καθώς εκφράζει επιλεκτικά/ταξικά συμφέροντα, ιδεολογίες και σκοπούς.

Ας μην εγκλωβιστούμε στη συζήτηση υπέρ ή κατά του εμβολίου. Όμως να μην ξεχνάμε ότι είναι διαφορετικό να γίνεται συζήτηση για την πιθανή χρησιμότητα του εμβολίου, και διαφορετικό να αποσιωπάται συστηματικά ότι θεμελιώδεις διαστάσεις του ζητήματος παραμένουν επιστημονικά ανοιχτές. Και ας μην παραβλέπουμε ότι αυτό που συμβαίνει είναι η επιχείρηση μιας φάσης μαζικού πειραματισμού καθώς, λόγω των επισπευσμένων διαδικασιών -με άδειες που εκδόθηκαν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και με αίολες μεθοδεύσεις- δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν οι μακροπρόθεσμες βλάβες του εμβολίου. Επιπλέον να είναι ξεκάθαρο, με ό,τι σημασία έχει ως προς τους διαχωρισμούς, ότι το εμβόλιο δεν προφυλάσσει πλήρως ούτε από τη νόσηση ούτε από τη μετάδοση. Να στηρίξουμε τις αρνήσεις κατά των εξαναγκαστικών παρεμβάσεων στο σώμα μας και ενάντια στην υποχρεωτικότητα σε ιατρική πράξη, χωρίς να αφήσουμε χώρο στη ρητορική και την παρουσία ακροδεξιών και φασιστών. Επίσης, να διερωτηθούμε τι είναι και τι σημαίνει η εισαγωγή της τεχνολογίας mRNA.

Βασικό ερώτημα παραμένει η σχέση της κοινωνίας με το φυσικό κόσμο. Πανδημίες έχουν εμφανιστεί πολλές φορές στην ιστορία, όμως η καπιταλιστική ανάπτυξη πολλαπλασιάζει και εντείνει τους παράγοντες εμφάνισης τους. Η επέκταση των αστικών ζωνών, η αποψίλωση των δασών, η μόλυνση των θαλασσών και των ποταμών, η καταστροφή των οικοτόπων και της βιοποικιλότητας, η υπερεντατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής, καθώς και σε καθοριστικό βαθμό η μαζική εκτροφή ζώων, ευθύνονται για την εμφάνιση και τη μετάδοση ζωοανθρωπονόσων που εξελίσσονται σε πανδημίες (χωρίς να παραγνωρίζουμε την περίπτωση “διαφυγής” του ιού από κάποιο βιολογικό ερευνητικό εργαστήριο). Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια, η γρίπη των πτηνών, η γρίπη των χοίρων, πρόσφατα ο covid-19, είναι μόνο κάποια παραδείγματα πανδημιών που έθεσαν σε κίνδυνο αρχικά τα ίδια τα ζώα και τους εργαζόμενους στους χώρους μαζικής εκτροφής, και στη συνέχεια τους καταναλωτές και τον ευρύτερο πληθυσμό, οδηγώντας παράλληλα στη σφαγή εκατομμύρια ζώα, που αντικαταστάθηκαν με άλλα, στον κύκλο της βιομηχανίας κρέατος και ένδυσης. Κράτη, επιστημονικοί φορείς και φαρμακοβιομηχανίες γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι αυτή η σχέση οδηγεί σε επόμενες πανδημίες, και προετοιμάζουν μηχανισμούς ευκαιριακής αντιμετώπισης και πολυδιάστατης αξιοποίησης, παραβλέποντας τις αιτίες.

Εμείς επιλέγουμε να μη διαχωριστούμε, να ζήσουμε με τη διπλανή μας, και να φροντίσουμε ο ένας την άλλη.Για μας δεν υπάρχει υγεία χωρίς ελευθερία.Οι δικές μας ελευθερίες κατακτιούνται από τις κοινωνικές – συλλογικές μας αντιστάσεις. Αντίσταση – Αυτοοργάνωση – Αλληλεγγύη

συνέλευση αναρχικών/αντιεξουσιαστ(ρι)ών, χανιά, φλεβάρης 2022

πηγή: