Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών έχουν αλλάξει ραγδαία τα δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέχρι σήμερα οι κίνδυνοι ενάντια στην ανθρωπότητα ήταν ορατοί, όπως η κλιματική αλλαγή, η φτωχοποίηση και η οικονομία της αγοράς, η προσφυγιά και η μετανάστευση, η στρατιωτικοποίηση και φασιστοποίηση των κοινωνιών. Σε αυτά ήρθε να προστεθεί ένας αόρατος εχθρός που διαπερνά φράχτες και σύνορα και παρότι μικροσκοπικός, έχει μεγάλη ισχύ με αποτέλεσμα να δημιουργεί τρόμο σε όλο τον πλανήτη. Πάνω από το ένα τρίτο του παγκόσμιου πλυθησμού βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό και αναλογίζεται τι στάση να κρατήσει. Παράλληλα, στον ελλαδικό χώρο, εδώ και μήνες ξεδιπλώνεται ένα κρεσέντο τρομολαγνείας και πολεμοκαπηλείας εξαιτίας γεωπολιτικών παιχνιδιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Συγκρούσεις στο φράχτη του Έβρου, ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες εθελοντών, αστυνομική εισβολή στρατιωτικού τύπου στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου συνθέτουν ουσιαστικά μια εφιαλτική κατάσταση με θύματα τους πιο ευάλωτους, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Γιατί κατεβήκαμε στο δρόμο
Εν μέσω όλων αυτών των εξελίξεων -και πριν την επιβολή περιορισμών στις συναθροίσεις και τις μετακινήσεις- ανακοινώνεται δημόσια η διεξαγωγή εθνικιστικής συγκέντρωσης την Κυριακή 15/03 στο Ρέθυμνο. Μια δράκα ακροδεξιών και μισαλλόδοξων στοιχείων κυκλοφορεί ανοιχτά καλέσματα με απροκάλυπτη ρατσιστική, αντιμεταναστευτική και φιλοπόλεμη ρητορική. ‘Ο ίδιος συρφετός πριν λίγες μέρες έχει επιχειρήσει να πραγματοποιήσει εκδήλωση στο Ηράκλειο, η οποία υπέστη πανωλεθρία, για τη στρατολόγηση και τον εξοπλισμό εθελοντών που θα μετέβαιναν στον Έβρο να αιματοκυλίσουν πρόσφυγες. Μέσα σε πρωτόγνωρες και συνεχώς εξελισσόμενες συνθήκες και σε κλίμα εντεινόμενων περιορισμών το αντιφασιστικό κίνημα καλείται να αναλογιστεί και να πράξει τα δέοντα. Εμείς εκείνη την στιγμή αναρωτηθήκαμε αν αξίζει να εκχωρήσουμε την λιγοστή ελευθερία μας για την έτσι κι αλλιώς αβέβαιη ασφάλειά μας. Συνυπολογίζοντας, λοιπόν, τον κίνδυνο να χάσουμε και τα δύο, μέσα μας επικράτησε τελικά η αγάπη για την ελευθερία έναντι του φόβου και της ανησυχίας για την πανδημία που βρισκόταν προ των πυλών.
Το γεγονός
Τελικά, την Κυριακή πραγματοποιήσαμε αντιφασιστική συγκέντρωση στην πλατεία Μικρασιατών, η οποία παρά τη μειωμένη συμμετοχή, λόγω της ακύρωσης συμμετοχής όσων ανήκαν ή σχετίζονταν με ευπαθείς ομάδες, δεν έχασε ούτε στιγμή τα μαχητικά χαρακτηριστικά της. Τα συνθήματά μας αντιλαλούσαν μέσα στην άδεια πόλη σπάζοντας τη νεκρική σιωπή. Κατά τη διάρκειά της, αποφασίσαμε να μετακινηθούμε στο δημαρχείο του Ρεθύμνου, ώστε η παρέμβαση να είναι περισσότερο ορατή στο δημόσιο πεδίο. Αυτή η κίνηση είχε σαν αποτέλεσμα την ενεργοποίηση ενός ενιαίου σχεδίου κράτους και παρακράτους.
Μία ώρα αφότου είχαμε συγκεντρωθεί και κρεμάσει τα πανό μας στο δημαρχείο, αντιληφθήκαμε ότι οι εθνικοπατριώτες θα ξεκινούσαν πορεία. Σε ελάχιστο χρόνο διμοιρίες παρατάχθηκαν στον κύριο και τον παράλληλο δρόμο γύρω από την συγκέντρωσή μας, ώστε να μας περικυκλώσουν. Γύρω τους, δεκάδες ασφαλίτες, ΟΠΚΕ και καπελάκηδες, ενώ στο βάθος διακρίνονταν οι λιγοστοί εθνικοπατριώτες με τις σημαίες τους. Στο σύνολό τους αριθμητικά ήταν σημαντικά περισσότεροι από το σώμα του αντιφασιστικού μπλοκ. Η επίθεσή τους δεν άργησε να έρθει: ασφαλίτες με καδρόνια και κατσούνες επικουρούσαν το έργο των ΜΑΤ, τα οποία με τη σειρά τους ξυλοκοπούσαν ό,τι κινείτο. Μετά από τη δίωξή μας στα στενά της Παλιάς Πόλης ακινητοποιηθήκαμε από τις αστυνομικές δυνάμεις στην πλατεία Μικρασιατών.
Η συμπλοκή κατέληξε σε 99 προσαγωγές από τις οποίες 86 μετατράπηκαν αργότερα σε συλλήψεις. Δεκάδες αλληλέγγυοι συγκεντρώθηκαν άμεσα μπροστά στην Αστυνομική Διεύθυνση Ρεθύμνου. Οι προσαχθέντες μεταφέρθηκαν πεζοί, δεμένοι με χειροπέδες σε μπουλούκια περικυκλωμένα από τους πραίτορες του Χρυσοχοϊδη, για να στοιβαχτούν στο γκαράζ της Αστ. Διεύθυνσης.
Η στάση μας
Η πολύωρη κράτησή μας, δεν επαρκεί ούτε στο ελάχιστο για να προσεγγίσουμε το καθημερινό βίωμα του εγκλεισμού, συνθήκη που υφίστανται φυλακισμένοι, πρόσφυγες και μετανάστες. Βρεθήκαμε στριμωγμένοι στο μαντρί της Αστυνομικής Διεύθυνσης με τραυματίες να χρήζουν άμεσης ιατροφαρμακευτικής φροντίδας και γίναμε μάρτυρες της σαδιστικής παρεμπόδισης της πρόσβασης σε αυτή από τους υπεύθυνους αξιωματικούς. Μετά από έντονες διαμαρτυρίες και έπειτα από πολλές ώρες επέτρεψαν τη διακομιδή στο νοσοκομείο κοπέλας τραυματισμένης πολύ σοβαρά στο κεφάλι. Η κατάσταση ήταν τόσο αποπνικτική που κατέφτασε υγειονομικό στέλεχος και απαίτησε από τους υπεύθυνους να “βελτιώσουν” τις συνθήκες κράτησης γιατί δημιουργούνταν κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Τα κρατητήρια παρά τις επικρατούσες συγκυρίες παραμένουν απελπιστικά γεμάτα από προσωρινά κρατούμενους, κυρίως μετανάστες που κρατούνται για διοικητικούς λόγους. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να εκτίθενται σε υγειονομικούς κινδύνους. Παρόλα αυτά, και δεδομένης της παντελούς έλλειψης ειδών προστασίας (μάσκες, γάντια), η Αστ. Διεύθυνση Ρεθύμνου είναι υπόλογη για ότι συμβεί.
Θα θέλαμε να παραθέσουμε στιγμιότυπα που ξεχωρίζουμε από αυτή την ιστορία:
* Την παραπληροφόρηση/αποσιώπηση των γεγονότων από τα συστημικά μέσα. Το μακελειό υλοποιήθηκε απρόσκοπτα εξαιτίας της έλλειψης αυτοπτών μαρτύρων σε μία έρημη πόλη. Αυτό μας επιβεβαιώνει τι γίνεται καθημερινά πίσω από τις κλειστές πόρτες των αστυνομικών διευθύνσεων και των κέντρων κράτησης.
* Την αλληλεγγύη και τη συντροφικότητα στην προσπάθειά μας να μη σπάσουμε και αφήσουμε άτομα πίσω όσο κατευθυνόμασταν στη φάκα της πλατείας Μικρασιατών. Επιδιώξαμε κανένας και καμία να μη μείνει μόνη σε αυτή τη συνθήκη. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος για το μεγάλο αριθμό συλλήψεων.
* Την οργή και το φόβο που μετατράπηκε σε μαχητικότητα όταν περικυκλωθήκαμε από τις δεκάδες ενόπλων αστυνομικών με σκοπό να μας ισοπεδώσουν.
* Τα ανοιγμένα κεφάλια των συντροφισσών και το χλευασμό από τους “προστάτες του πολίτη” που μας υπενθύμισαν για άλλη μια φορά ποιος είναι ο εθνικός κορμός απέναντι από τον οποίο αντιστεκόμαστε.
* Τα συνθήματα και οι υψωμένες γροθιές όταν μεταφερόμασταν στην Α.Δ. διασχίζοντας την πόλη με χειροπέδες, περικυκλωμένοι από τα ελεεινά υποκείμενα – βασανιστές της ΕΛ.ΑΣ.
* Τις φωνές αλληλεγγύης και την ομοψυχία των “μέσα” και των “έξω” στην Αστυνομική Διεύθυνση καθ’ όλη τη διάρκεια των γεγονότων.
Αυτή η εμπειρία μας δυναμώνει και μας πεισμώνει. Μας κάνει καλύτερους/καλύτερες αφού μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Ατσαλώνει το ηθικό και προτάσσει τη συνέπεια και την αξιοπρέπεια, ακόμα και αν οι συσχετισμοί δεν είναι με το μέρος μας. Ο φασισμός δεν μπορεί να ηττηθεί με όρους ανάθεσης του αντιφασιστικού αγώνα στο κράτος ή σε τρίτους αλλά με την άμεση προσωπική συμμετοχή. Αυτό είναι το σημείο όπου ο καθένας/καθεμία ιεραρχεί τι έχει προτεραιότητα. Η ατομική ευθύνη και υπευθυνότητα είναι η βάση για τη δόμηση μιας ελεύθερης κοινωνίας, η οποία όμως υλοποιείται μόνο μέσω της συλλογικοποίησης των ικανοτήτων, επιθυμιών και αναγκών μας. Αν έπρεπε να αποφασίσουμε ξανά για να κατέβουμε στο δρόμο, δηλώνουμε ότι θα το επαναλαμβάναμε. Παραμένουμε αντιφασίστες/στριες μα πάνω από όλα άνθρωποι. Στον πόλεμο που μας έχουν κηρύξει φασίστες και αφεντικά, ο αγώνας που δίνουμε είναι μαχητικός και κοινωνικός ταυτόχρονα.
“Οι εντολές είναι από ψηλά” – Αυτά που θεωρούνταν αδιανόητα, τώρα είναι η κανονικότητα
Μέχρι και τη στιγμή που συγκεντρωθήκαμε το μεσημέρι της Κυριακής, δεν γνωρίζαμε ότι στο κέντρο του Ρεθύμνου είχε στηθεί μια τεράστια φάκα για εμάς. Από το προηγούμενο βράδυ υπήρξε σχεδιασμός και το παρόν έδωσαν πολλαπλάσιες αστυνομικές δυνάμεις πέραν του κανονικού με ενισχύσεις από το Ηράκλειο και τα Χανιά. Στόχος τους ήταν το φακέλωμα και το τσάκισμά μας χωρίς αυτόπτες μάρτυρες, σε μια έρημη πόλη ελέω πανδημίας, ένα πείραμα διαχείρισης της διαμαρτυρίας μπροστά στη γενικευμένη εφαρμογή μιας κατάστασης εξαίρεσης στο σύνολο του πληθυσμού.
Το πρώτο σημείο που πρέπει να τονιστεί για το γεγονός, είναι ότι αναδεικνύει την αλλαγή παραδείγματος, η οποία υλοποιείται με ταχύ ρυθμό από τη νεοφιλελέ/ακροδεξιά κυβέρνηση της ΝΔ.Η κανονικότητα έχει πια μετατραπεί σε κατάσταση εξαίρεσης, η οποία ξεκινώντας από τα πιο υποτιμημένα κομμάτια της κοινωνίας τείνει να επεκτείνεται περιλαμβάνοντας όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού. Η διεξαγωγή οποιασδήποτε δημόσιας συνάθροισης ή η ελευθερία της μετακίνησης είναι πια η εξαίρεση. Η απαγόρευση κυκλοφορίας με δελτίο κίνησης/υπεύθυνη δήλωση – από την οποία εξαιρούνται τα σώματα ασφαλείας- έχει ήδη εφαρμοστεί και δεν είναι απίθανο σενάριο η αυριανή κλιμάκωση με χρήση του στρατού όπως έχει συμβεί αλλού σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Και είναι γνωστό ότι όταν βγαίνει ο στρατός στους δρόμους, είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψει στους στρατώνες.
Αυτή η εκτροπή που έχει ως πρώτο στόχο τις πιο υποτιμημένες κοινωνικές ομάδες αλλά και αυτούς που αντιστέκονται -βλέπουμε άλλωστε ότι οι λειτουργίες και οι επιχειρήσεις του κράτους στα σύνορα, τις φυλακές, τα κέντρα κράτησης κλπ δε σταματούν λόγω κορωνοϊού – δεν παρέχει εγγυήσεις για την επιστροφή στην προηγούμενη κανονικότητα μόλις περάσει η έξαρση του ιού. Είναι στα σκαριά η παγίωση της περιστολής των κοινωνικών κατακτήσεων και των εργασιακών κεκτημένων στο όνομα της δημόσιας υγειας. Δεν είναι άσχετο ότι με την έναρξη της πανδημίας συνέπεσε και η σταδιακή αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 72 χρόνια και ότι στο μέσο αυτής ανακοινώθηκε η επαναφορά της πολιτικής επιστράτευσης για τους απεργούς και πρόσφατα ανακοίνώσαν μείωση του μισθού στο 50%. Στο μεταξύ από τα μέτρα ενίσχυσης, αποκλείονται αυτοί που βρίσκονται σε άτυπη σχέση εργασίας, το ποσοστό των οποίων είναι πολύ σημαντικό.
Η πειθάρχηση στα μέτρα αυτοπεριορισμού χωρίς την ανάλογη ευαισθησία για τις εγκληματικές ανεπάρκειες του δημόσιου συστήματος υγείας και τις συνέπειες του σε ευάλωτες ομάδες, χωρίς προβληματισμό για το τι συμβαίνει την ίδια στιγμή στους “αόρατους” της κοινωνίας -αυτούς που δεν έχουν σπίτι για να “αυτοπεριοριστούν” ή που αναγκάζονται από τις κοινωνικές συνθήκες να ρισκάρουν την υγεία τους, είναι βαθιά ατομικιστικής και νεοφιλελεύθερης κοπής. Κοινωνική υπευθυνότητα, λοιπόν, είναι να μην αφήσουμε κράτος και κεφάλαιο να καθορίσει τις ζωές μας. Η αυτοοργάνωση, στήνοντας τα δικά μας κοινωνικά δίκτυα αλληλεγγύης, χωρίς να βάλουμε πλάτη στους θεσμούς και τον κρατικό μηχανισμό, είναι η συνθήκη για να προτάξουμε τους δικούς μας όρους από τα κάτω και να στηρίξουμε τους υποτιμημένους της κοινωνίας, τους απολυμένους, τους άστεγους, τους πρόσφυγες, τους φυλακισμένους, τους μετανάστες.
Οι σκέψεις μας είναι σε όσους τραυματίστηκαν, σε όσους μας στήριξαν έμπρακτα ή η έγνοια τους ήταν μαζί μας μέχρι να αφεθεί και ο/η τελευταίος/α.
Στο “Μένουμε Σπίτι” απαντάμε “Κανένας/Καμία μόνος/μόνη”
κάποιοι/ες από τους αντιφασιστες/στριες του Ηρακλείου
που έδωσαν παρόν την Κυριακή 15/03 στο Ρέθυμνο.