Για την καταδίκη των μαθητών του 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνου
Η απόφαση του δικαστηρίου ανηλίκων Ρεθύμνου να καταδικάσει τρεις μαθητές γυμνασίου σε 80 ώρες κοινωνικής εργασίας για την κατάληψη του σχολείου τους δεν αποτελεί απλά μια πρωτοφανή εξέλιξη. Αποτελεί σύμπτωμα αποσύνθεσης των διαφόρων εξουσιών αυτής της χώρας που καθώς αισθάνονται τις καρέκλες τους να τρίζουν επιστρατεύουν κάθε μέτρο καταστολής για να επιβάλλουν την κοινωνική πειθάρχηση. Κι όπως δείχνει αυτή η υπόθεση, αρχίζουν από πολύ νεαρή ηλικία. Το μήνυμα είναι σαφές, όχι μόνο προς του μαθητές του 1ου Γυμνασίου Ρεθύμνου, αλλά προς όλους και όλες μας: μπροστά στην ολοκληρωτική υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, της υγείας, της εργασίας, των ζωών μας πρέπει να σκύβουμε το κεφάλι και να υπομένουμε σιωπηλά το ζοφερό πεπρωμένο που μας επιβάλλουν.
Ο διευθυντής του 1ου Γυμνασίου, του «κολλεγίου» του Ρεθύμνου, γνωρίζει καλά ότι αρμοδιότητά του είναι να γυμνάσει πειθαρχημένους εργάτες, που δεν πρέπει να ονειρεύονται κανέναν άλλο κόσμο εκτός από τον υπάρχοντα. Καμία διεκδίκηση δεν χωρά στο πρότυπο σχολείο του, κι όσοι δεν υπακούν δεν στέλνονται στο Βόρειο Πόλο με προγράμματα ανταλλαγών όπως καυχάται η ιστοσελίδα του σχολείου, αλλά στις αίθουσες των δικαστηρίων και τα καταναγκαστικά έργα.
Στο πλαίσιο της γενικότερης επίθεσης στις καταλήψεις ως χώρους αγώνα, ο δικαστής προφανώς ένιωσε την άνεση να καταδικάσει του μαθητές. Ο διευθυντής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Ρεθύμνου, όχι μόνο δεν σταμάτησε αλλά όπως φαίνεται ενίσχυσε την πρωτοβουλία του υφισταμένου του. Από τη λαίλαπα που δέχεται η δημόσια εκπαίδευση, ο γυμνασιάρχης και διευθυντής δευτεροβάθμιας έκριναν ότι έπρεπε να επιτεθούν στους πιο αδύναμους κρίκους, στους μαθητές τους, δίνοντας σαφές μήνυμα σε όλους τους εργαζόμενους του νομού: «μην κουνηθείτε γιατί σας φάγαμε». Τα κροκοδείλια δάκρυα του υπουργείου παιδείας και του αρείου πάγου μπροστά στο γενικότερη πλαίσιο της κρατικά κατευθυνόμενης καταστολής θα ήταν αστεία αν δεν ήταν τραγικά.
Στο ήδη δυστοπικό αυτό σκηνικό ήρθε να βάλει την υπογραφή του ο δικαστής της υπόθεσης εξαντλώντας την αυστηρότητά του στους μαθητές, δίνοντας με τη σειρά του μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση. Παιδιά και γονείς εσωτερίκευσαν την καταστολή, με τα παιδιά να εμφανίζονται «μετανιωμένα» και μόνα τους στο εδώλιο του κατηγορουμένου, προφανώς με παρότρυνση των δικηγόρων τους, χωρίς να ενημερώσουν τους συμμαθητές τους, το σύλλογο γονέων και το σύλλογο διδασκόντων. Ή μήπως όλοι ήξεραν και ελπίζοντας σε αθωωτική απόφαση αποσιώπησαν το γεγονός για να μην αμαυρώσουν την εικόνα του «κολλεγίου» του Ρεθύμνου; Η υποψία σχεδόν επιβεβαιώνεται από την εκκωφαντική σιωπή που ακολούθησε μετά την καταδικαστική απόφαση και μέχρι την αποκάλυψη της υπόθεσης από την Κρητική Επιθεώρηση τέσσερις μέρες αργότερα. Εξαίρεση αποτελεί η απόφαση του ΔΣ της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου να προτείνει τη διαγραφή του γυμνασιάρχη από το σωματείο, που καθυστέρησε λόγω των διαδικασιών που απαιτεί μια τέτοια ενέργεια. Θα μπορούσε άραγε να είχε εξελιχτεί διαφορετικά όλη αυτή η τραγική ιστορία;
Απέναντι στη συνολική επίθεση που δεχόμαστε σε κάθε επίπεδο η απάντηση μπορεί να είναι μόνο συλλογική. Η μοναδική πιθανότητα για ένα καλύτερο παρόν και μέλλον είναι η συλλογική του διεκδίκηση και αυτό πρέπει να ξεκινάει από τους μαθητές που διεκδικούν καλύτερη εκπαίδευση, προσανατολισμένη προς τη διαμόρφωση κριτικής σκέψης, προς τη χειραφέτηση των μαθητών ως κοινωνικών υποκειμένων και όχι προς τις ανάγκες της αγοράς που ψάχνει πειθαρχημένους, υπάκουους και υποτακτικούς εργάτες. Πώς ζητάμε από τα παιδιά μας να μην θέλουν κάτι καλύτερο; Πώς βάζουμε τα παιδιά μας σε διαδικασία να μετανιώνουν που το θέλησαν; Πώς επιβάλλουμε στα παιδιά μας να σκύβουν το κεφάλι και να υπομένουν την κατάντια των σχολείων τους;
Μια άλλη εξέλιξη θα μπορούσε να είχε νικηφόρο αποτέλεσμα και να αποτελέσει προηγούμενο ήττας του εφιαλτικού σκηνικού που θέλουν να μας επιβάλλουν: έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου όφειλαν να παρευρίσκονται οι συμμαθητές, οι γονείς, οι καθηγητές, οι κάτοικοι του Ρεθύμνου για να αποτρέψουν δυναμικά αυτήν την έκβαση, με ταυτόχρονη κατάληψη του σχολείου από τους συμμαθητές των κατηγορούμενων παιδιών. Η μοναξιά των παιδιών και των γονιών δεν έκαναν άλλο από το να εσωτερικεύσουν το φόβο. Η προσδοκία για την κατανόηση των διευθυντών και την επιείκεια των δικαστών έδειξε τα όριά της. Το πολιτικό δίδαγμα είναι σαφές: κανείς και καμιά μας δεν μπορεί να αποτρέψει μόνος και μόνη την καταβαράθρωση των ζωών μας. Μόνο η οργάνωση και ο συλλογικός αγώνας μπορεί να αποτελέσει συνταγή για τη νίκη.
Ελευθεριακή Συνδικαλιστική Ένωση (ΕΣΕ) Ρεθύμνου