Μετά τις ατελέσφορες προσπάθειες για συμβιβασμό μεταξύ των δύο προτάσεων μνημονίων (από τη μία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ και από την άλλη της ελληνικής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ), η κυβέρνηση επέλεξε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με το ερώτημα της αποδοχής ή όχι των προτεινόμενων οικονομικών μέτρων από τους δανειστές.
Μέσα από δύο μονολεκτικές απαντήσεις, “ναι” ή “όχι”, η κοινωνία καλείται να απαντήσει στο ερώτημα που τίθεται από τα πάνω και όχι ως λαϊκή διεκδίκηση, μέσα σε λίγες μόνο μέρες και με τη στρόφιγγα της ροής του χρήματος να έχει κλείσει αποκλείοντας τους εργαζόμενους/ες από το μεγαλύτερο μέρος των μισθών τους.
Η προσφυγή σε δημοψήφισμα (ακόμη κι αν δεν είναι αρεστή στους δανειστές) δεν αποτελεί θρίαμβο της δημοκρατίας, όπως μπορεί ευθαρσώς να παρουσιάζεται. Τα δημοψηφίσματα στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν έχουν καμία σχέση με τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, οι οποίες απαιτούν την ισότιμη συμμετοχή, συνδιαμόρφωση και συναπόφαση όλων των εμπλεκομένων, ενώ από αυτά αποκλείονται όσοι δεν έχουν εκλογικά δικαιώματα, όπως οι μετανάστες. Τα δημοψηφίσματα είναι κατασκευές -όπως ακριβώς και οι δημοσκοπήσεις- όπου το ερώτημα πολλές φορές διαμορφώνει αυτόματα την απάντηση.
Όσο για τα επιχειρήματα που ταυτίζουν το δημοψήφισμα με τη δύναμη της θέλησης του λαού, απαντάμε -παραφράζοντας τα λόγια του Μ. Μπούκτσιν- ότι το σύνθημα “δύναμη στο λαό” μπορεί να γίνει πράξη μόνο όταν η εξουσία που ασκείται από τις κοινωνικές ελίτ διαχυθεί εντός του λαού. Κάθε άτομο θα μπορεί τότε να αναλάβει τον έλεγχο της καθημερινής του ζωής. Αν “δύναμη στο λαό” δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από δύναμη στους “ηγέτες” του λαού, τότε ο λαός παραμένει μια άμορφη, ποδηγετούμενη μάζα, τόσο ανίσχυρη μετά το δημοψήφισμα όσο και πριν. Σε τελευταία ανάλυση, ο λαός δεν μπορεί ποτέ να έχει δύναμη έως ότου πάψει να αποτελεί “λαό”.
Το ψευδεπίγραφο του διλήμματος μνημόνιο-αντιμνημόνιο έχει πια αποκαλυφθεί και έχει εξελιχθεί σ’ ένα δίπολο μεταξύ της εφαρμογής μέτρων που προτείνουν οι ντόπιοι κι οι διεθνείς φορείς της εξουσίας. Έτσι λοιπόν, η κοινωνία δεν καλείται απλά να απαντήσει ένα “ναι” ή ένα “όχι”.
Το “ναι” ουσιαστικά σημαίνει περαιτέρω υποταγή στις προσταγές της καπιταλιστικής ελίτ, γι’ αυτό άλλωστε και υποστηρίζεται με τόσο πάθος από τους ντόπιους εκπροσώπους της, τις μαριονέτες τους και τους υποτακτικούς τους. Παράλληλα, το «ναι» σημαίνει μια μεγάλη ήττα -όχι μόνο για το ανταγωνιστικό κίνημα, αλλά και για την κοινωνία γενικότερα- καθώς θα έχει επικρατήσει στην κοινωνία ο επιβαλλόμενος από τους κυρίαρχους τρόπος σκέψης, ενώ το ζητούμενο τώρα είναι η πλήρης αποδόμησή του. Αν τελικά το επιτύχουν, θα έχουμε κάνει πολλά βήματα πίσω.
Το “όχι” θα χρησιμοποιηθεί από την εξουσία ως δεύτερο «ναι» στις επιλογές της κυβέρνησης που προσπαθεί να αποσπάσει τη λαϊκή συναίνεση στην οικονομική της πολιτική – μια πολιτική που πόρρω απέχει από το πολυδιαφημισμένο “σκίσιμο του μνημονίου”, αλλά αντίθετα επιδεικνύει μια διάθεση “δημιουργικής” συναίνεσης σε προτάσεις για εξοντωτικά για την κοινωνία μέτρα και στόχους, προκειμένου να αποφευχθεί η ευθύνη μιας ουσιαστικής ρήξης με τους θιασώτες της επέλασης του νεοφιλελευθερισμού.»
Είτε κανείς επιλέξει να συμμετάσχει στο δημοψήφισμα είτε όχι, τα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας δεν θα πρέπει να καθοριστούν από τα ψευτοδιλήμματα που θέτει το κράτος και οι φράξιες του ντόπιου και διεθνούς κεφαλαίου εν μέσω της ενδοκαπιταλιστικής σύγκρουσης.
Εμείς επιλέγουμε την όξυνση του κοινωνικο-ταξικού ανταγωνισμού, ενισχύοντας τη θέση των από τα κάτω, μέσα από υφιστάμενες και νέες κινηματικές δομές, όπως οι λαϊκές συνελεύσεις, οι συλλογικότητες του ριζοσπαστικού κινήματος, τα σωματεία βάσης, τα δίκτυα αλληλέγγυας οικονομίας, οι καταλήψεις, τα αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα σε κάθε σφαίρα της κοινωνικής ζωής.
Τα αγωνιζόμενα κοινωνικά κομμάτια οφείλουμε, με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα:
α) Να στήσουμε αναχώματα στο δεξιό αντιδραστικό θεσμό του νεοφιλελευθερισμού και της συντήρησης, που προσπαθεί να εισβάλλει στους δρόμους και τις πλατείες.
β) Να καταλάβουμε το δημόσιο χώρο, όπου θα δομήσουμε το αντίπαλο δέος απέναντι στην παγίδα του “αριστερού” ή ευρωπαϊκού μνημονίου, χωρίς ν’ αφήνουμε σπιθαμή γης στους υπερασπιστές της λεηλασίας των ζωών μας.
γ) Να γυρίσουμε την πλάτη στους χρηματιστές και τους τραπεζίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στους ντόπιους καπιταλιστές και να εμπνευστούμε από απτά παραδείγματα αυτοοργάνωσης και αγώνα, όπως αυτά των Ζαπατίστας και των Κουρδισσών και Κούρδων αγωνιστών στη Rojava.
Η κρισιμότητα της στιγμής επιβάλλει τη χρήση κάθε μέσου που θα θεωρηθεί απαραίτητο.
ΟΧΙ στην ανάθεση των ζωών μας και στην υποταγή σε κράτος και ντόπιο και διεθνές κεφάλαιο.
ΝΑΙ στους αδιαμεσολάβητους αγώνες για την κοινωνική χειραφέτηση.
Ηράκλειο Κρήτης, 1 Ιουλίου 2015
Άρθρα αναγνωστών μέσω Email