Αδελφέ/η μου εργάτη/τρια, υπάλληλε, εργαζόμενε/η, Έλληνα/ιδα και μετανάστη/τρια.
Τόσα χρόνια τους έθρεφες.
Έχτισες τις βίλες τους, έσκαψες τις πισίνες τους, πλήρωνες τις χειμερινές τους διακοπές στα σαλέ και τις θερινές στα εξωτικά νησιά.
Με τη δουλειά σου αγόρασες τα τζιπ τους και τις λιμουζίνες τους, με τον ιδρώτα σου έραψες τα ακριβά κουστούμια και ταγέρ τους, τους έκανες δώρο τις πανάκριβες πένες τους στα πολυτελή δημοσιογραφικά γραφεία και τηλεοπτικά πάνελ, για να γράφουν αναθέματα εναντίον σου.
Εσύ με το αίμα σου κατασκεύασες τις πολυτελείς πολυθρόνες τους και τα ρετιρέ των τραπεζών, των επιχειρήσεων, των υπουργείων.
Εσύ, με τη διαρκή θυσία σου, γέμισες τα πιάτα τους με ντελικατέσσεν φαγητά και τα ποτήρια τους με ακριβές σαμπάνιες.
Εσύ, με τα χέρια σου, βίδωσες τις πόρτες των χρηματοκιβωτίων τους, εσύ με το υστέρημά σου τα γέμισες στις τράπεζές τους.
Τους ξέρεις και σε ξέρουν καλά.
Είναι αυτοί που πάντα σου άρπαζαν το φαϊ απ’ το τραπέζι και σου επέβαλλαν τη λιτότητα.
Είναι αυτοί που σου έπαιρναν το προϊόν της δουλειάς σου και σου ζητούσαν πάντα θυσίες.
Άκου κι εσύ, πρόθυμε υπηρέτη που είσαι στην ίδια μοίρα με εμάς, αλλά σα σκυλάκι τους κουνάς την ουρά σου, γαυγίζοντας λυσσασμένα στους ζητιάνους.
Να ξέρεις ότι το κόκαλο που σου πέταξαν είναι από το ζώο που εμείς μεγαλώσαμε και θρέψαμε για να χορτάσουν οι μεγάλες τους κοιλιές.
Και πάντα κόκαλα θα σου πετάνε, όσο κι αν σ’ έκαναν να πιστέψεις ότι κάποτε θα σε βάλουν ισότιμα να καθίσεις δίπλα τους στο τραπέζι επιτρέποντάς σου ν’ απλώσεις το χέρι σου στο χρυσό τους πιάτο, ανταμοιβή για την τυφλή σου πίστη στην αλαζονική τους υπεροψία.
Το σκυλάκι τους πάντα θα είσαι, κάτω από το τραπέζι, κουνώντας τους την ουρά με τη γλώσσα έξω, έως ότου τα δόντια σου σαπίσουν και η φωνή σου κλείσει.
Τότε θα σου πάρουν ακόμη κι αυτό το κόκαλο, για ένα νεότερο υπάκουο σκυλάκι. Κι εσύ, μαδημένο γέρικο ζώο, θα γλείφεις τις πληγές που σου άνοιξαν κρατώντας σε δεμένο.
Κι εσένα μισάνθρωπε, που μια στολή σου φόρεσαν και σου είπαν ότι είσαι η εξουσία.
Μάθε ότι τίποτε ποτέ δεν ήσουν γι’ αυτούς, παρά μια αλυσίδα κι ένα λουκέτο στις πόρτες τους, που κάποτε σκουριάζει και το πετάνε στα σκουπίδια.
Και μάθε ότι το πρόσωπο που με το κλομπ χτυπάς προστατεύοντας τους, είναι το δικό σου πρόσωπο. Μάθε ακόμη ότι και για σένα δοξασμένε δούλε τους, τα ίδια επιφυλάσσουν.
Ήρθε λοιπόν η ώρα τις θυσίας.
Θέλουν θυσίες;
Σωστά ! Θα γίνουν θυσίες.
Ήρθε η ώρα για πραγματικές θυσίες.
Αυτούς θα θυσιάσουμε επάνω στους βωμούς της αξιοπρέπειας.
Ατρείδες εμείς κι αυτοί Ιφιγένειες, που η φλεγόμενη σάρκα τους θα φέρει τους ανέμους της ελευθερίας.
Εμπρός να σπάσουμε τη σιωπή της υποταγής.
Εμπρός να μπούμε στις τράπεζές τους, να πάρουμε πίσω τα δανεικά που τόσα χρόνια τους δίναμε.
Εμπρός να καταλάβουμε τα σπίτια τους, για να στεγαστούν οι ανέστιοι που αυτοί δημιούργησαν.
Εμπρός να καταλάβουμε τα εργοστάσια τους, να τα δουλέψουμε για εμάς και τις ανάγκες μας.
Εμπρός να πάρουμε πίσω τη γη που εμείς καλλιεργούσαμε για να θρέφουν την οκνηρία τους.
Αυτή τη φορά θα είμαστε πολλοί. Τόσοι πολλοί και πολλές, που οι σφαίρες και τα μαστίγια δε φτάνουν να μας αγγίξουν όλους.
Όλοι και όλες στους δρόμους !
Να πάρουμε πίσω αυτά που πάντα δικά μας ήταν!
πηγή: http://apatris.info/