Δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι (με αφορμή την απόλυση του Ντ. Παλαιστίδη από τις εκδόσεις ΑΓΡΑ)

Μπορεί κάποιες φορές να είναι εξοργιστικό, άλλοτε δυσάρεστο (για κάποιους ίσως και οδυνηρό) σε κάθε περίπτωση πάντως αποκαλυπτικό και εποικοδομητικό να επιβεβαιώνεται μέσα από τη συγκρουσιακή καθημερινότητα και ως αναλυτικό εργαλείο της η αντίληψη πως η θέση καθορίζει τη συνείδηση και όχι το αντίστροφο.
Και εξηγούμαστε: Παρέλασαν μπροστά στα μάτια μας σαράντα εννιά  (ως τώρα ) υπογραφές, εντυπωσιακές, «δημοσίων» ανθρώπων με αναγνωρισμένη προσφορά στο χώρο του πολιτισμού, καταλαμβάνοντας με το ονοματεπώνυμο και τις ιδιότητές τους σχεδόν τόσο χώρο όσο και το σύντομο κείμενο που υποβάσταζαν στους ώμους τους. Πρόκειται για το κείμενο υποστήριξης προς τις εκδόσεις ΑΓΡΑ.


Για όποιον δεν κατάλαβε η πάλη των τάξεων τελείωσε, πολλώ δε μάλλον που στον συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο δεν άρχισε ποτέ (λόγω της φιλελεύθερης διεύθυνσης που τόσα χρόνια με τη φιλεργατική πολιτική της στάθηκε υπεράνω τέτοιων αγοραίων οχλήσεων). Η αλήθεια είναι πως το ύφος, το περιεχόμενο, την αισθητική και την επιλογή σε ορισμένες περιπτώσεις έκδοσης βιβλίων όχι με κριτήρια εμπορικότητας, θα μπορούσε να τα διακρίνει ένας κοινός θνητός. Η αλήθεια επίσης είναι πως το μόχθο που ανεβάζει τα βιβλία στα συγκεκριμένα ράφια μπορεί
να τον διακρίνει και να τον νοιώσει δικό του μονάχα όποιος αναγνωρίζει την υποκειμενικότητά του στην πολύμορφη εργατική τάξη.
Οι άνθρωποι που στριμώχτηκαν κάτω απ’ το συγκεκριμένο κείμενο, στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον, δεν φαίνεται να έχουν εν τοις πράγματι μεγάλη σχέση με τη φιγούρα ενός 45χρονού βιβλιοϋπάλληλου που 20 χρόνια τώρα δουλεύει στο χώρο του βιβλίου ως εργάτης βιοποριζόμενος με τα λεφτά της συλλογικής σύμβασης, άντε και κάτι παραπάνω.

Είναι πολύ χαριτωμένο να αυτοανακηρύσσονται τιμητές μιας ακόμα απόλυσης, δηλαδή ενός ακόμη χαμένου μεροκάματου, άνθρωποι που στην πλειονότητά τους (κι όσοι δεν ανήκουν σ’ αυτούς ας πρόσεχαν με ποιους συνυπογράφουν) είναι αμφίβολο αν ποτέ αναγνώρισαν κομμάτι του «εργασιακού» τους βίου σε ανάλογες συνθήκες.
Είναι επίσης καταπληκτικό πόσο γνώστες των εργατικών δικαιωμάτων είναι όταν αποφαίνονται πως «η δικαιολογημένη κατά την ΑΓΡΑ απόλυση θα κριθεί στα δικαστήρια». Αναρωτιόμαστε αν έχουν παρακολουθήσει έστω και μια εργατική δίκη για να ξέρουν πόσα μεροκάματα στοιχίζει στον εργαζόμενο, πόσο κόπο να συγκεντρωθούν οι μάρτυρες, πόσο γερό νευρικό σύστημα για να αντέξει μια διαδικασία κατά την οποία το αφεντικό πάντα κλαίγεται και η έδρα των 4.000 ευρώ (κατά μέσο όρο) μηνιαίως «καλείται» να αποφανθεί  αμερόληπτα αντικειμενικά τη ζωή των 700- 1000 ευρώ. Αναρωτιόμαστε ακόμη μήπως η επαφή τους με τον συνδικαλισμό περιορίζεται σε συναναστροφές με στρουμπουλούς εργατοπατέρες σε εγκαίνια χώρων τέχνης, στα φουαγιέ θεάτρων και σινεμά, σε επίσημες πρεμιέρες, και πολιτιστικά γεγονότα που καλύπτουν τα δελτία ειδήσεων.
Αν οι υποψίες μας (ευγενική διατύπωση ημών των συντακτών) είναι αληθινές, τότε πιθανότατα οι 49 θα εκπλαγούν βλέποντας τις υπογραφές στήριξης του απολυμένου συνδικαλιστή: στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ιδ. υπάλληλοι, εργάτες/τριες, άνεργοι/ργες, ένας κόσμος δηλαδή με τον οποίο τους χωρίζουν αιώνες αγώνων, αξιοπρέπειας, θεωρίας και πράξης πραγματωμένης. Ένας αόρατος για τους περισσότερους απ’ αυτούς κόσμος, για τον οποίο αν κάποτε μίλησαν ήταν ίσως γιατί αποτέλεσε θησαυρό έμπνευσης καλλιτεχνικής, κλείνοντας ωστόσο τα αυτιά στις κραυγές τους, τα μάτια στα υπαρκτά πρόσωπά του, τη μύτη στις εκκρίσεις του παλλόμενου σώματός του. Μίλησαν (;) για να ακουστούν και να μεγαλουργήσουν οι ίδιοι (και εν πολλοίς τραγουδήσαμε κι εμείς το «εστιατόριο που τρων τα συνεργεία» μα στο δικά μας ταβερνεία).
Ψευδαισθήσεις ούτε είχαμε ούτε έχουμε. Την εκκωφαντική σιωπή του «πνευματικού κόσμου» απέναντι στην περσινή εξέγερση, και τα αλαλάζοντα κύμβαλα κάποιων εξ’ αυτών που επένδυσαν ηχητικά την απέχθεια και τον αποτροπιασμό σύσσωμης της άρχουσας τάξης απέναντι στη «βία» και τον «σκοταδισμό» των εξεγερμένων, ξέραμε τι θα τα ακολουθήσει.


Για μια ακόμη φορά ο λόγος τους (όπως και η σιγή εκείνων που δεν συμφωνούν) έρχεται να συμπληρώσει ως ιδεολογικός βραχίονας τη βία, την εκμετάλλευση και το διανοητικό αβδηριτισμό μιας εξουσίας τραυματισμένης και άρα επικίνδυνης.
Κάθε δημόσια πράξη είναι έκθεση και ως τέτοια κρίνεται και αποτιμάται. Στις μέρες που ζούμε είναι προφανές πως θα ασκηθεί το υπέρτατο δικαίωμα της αστικής δημοκρατίας τους: η ελευθερία του λόγου. Κι αυτή θα υπηρετήσει με την πραγματική κίνηση των σωμάτων αντίπαλα στρατόπεδα, θα συμμετάσχει όσο της αναλογεί στην κοινωνική σύγκρουση των από κάτω με τους από πάνω, παρά τα κροκοδείλια δάκρυα περί κοινωνικής ειρήνης, εθνικής ομοψυχίας και ενότητας.

Όπως και άλλοτε έτσι και τώρα θα κληθούμε όλες και όλοι να πάρουμε θέση και τέτοια κείμενα (σαν των 49 και σαν το δικό μας) δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να υπενθυμίζουν ότι η εργατική αλληλεγγύη είναι εργατική αρετή όπως και η σύμπνοια είναι στις πρακτικές των εξουσιαστών. Μας δίνει μεγάλη χαρά κάθε φορά που οι συγκυρίες αποκαλύπτουν και δηλώνουν θέσεις, προθέσεις, διαθέσεις και διαθεσιμότητες. Η γιορτή άρχισε κι ας μη λείψει κανείς…
Με τέσσερα χέρια

οι από κάτω AM KΣ

Kostas Svol