“Χωρίς ιδιαίτερη απορία, διαβάσαμε πριν κάποιες μέρες τις αναρτήσεις της αντιδημάρχου κοινωνικής πολιτικής του Δήμου Ηρακλείου, σχετικά με τους πρόσφυγες. Αναφέρουμε χωρίς απορία, γιατί έχουμε από καιρό εικόνα του πολιτικού συρφετού που στελεχώνει το δεξιο-εναλλακτικό επιτελείο της υπάρχουσας δημοτικής αρχής.
Από το ψηφοδέλτιο της παράταξης του κ. Λαμπρινού, μέχρι τη τελική σύνθεση του δυναμικού των αντιδημάρχων και των συμβούλων του, το πολιτικό προφίλ των ανθρώπων που περιστοιχίζουν τον δήμαρχο μιλάει από μόνο του. Ανάμεσα σε εναλλακτικούς, αριστερούς του πολιτισμού και της προόδου, νεοφιλελεύθερους και πρώην πρωτοπαλίκαρα του Κουράκη, βρίσκουμε τον υπεύθυνο του ΛΑΟΣ Ηρακλείου, καθώς και έναν χρυσαυγίτη που ‘‘παραιτήθηκε’’ όταν έγινε γνωστό από που προέρχεται.
‘’Θα με πουν ρατσίστρια αν πω ότι νιώθω φόβο, απίστευτο φόβο, στην ιδέα πως ανάμεσα στα γυναικόπαιδα ίσως υπάρχουν κλέφτες, βιαστές, έμποροι ναρκωτικών, ασθενείς μεταδοτικών νοσημάτων χωρίς ελέγχους, χωρίς ιστορικό […] Εκτός από τις ιατρικές εξετάσεις και την παροχή φαρμακευτικής βοήθειας απαιτούμε να υπάρξει κάποιας μορφής έλεγχος για το ποιοί βρίσκονται ανάμεσά τους: ποιοί είναι πραγματικά οι πρόσφυγες και ποιά τα εγκληματικά στοιχεία; […] Επιτέλους ας μου πει κάποιος πως θα προστατευτούν τα ελληνόπουλα αν συμβαίνει αυτό το χάος στην πραγματικότητα? Ας τα λυπηθεί κι αυτά κάποιος για τα όσα υποφέρουν αθόρυβα και περήφανα στην καθημερινότητα τους.’’ (Δηλώσεις της αντιδημάρχου στις 29/2 και 1/3 σε μέσο δικτύωσης)
Αν η αντιδήμαρχος ανησυχεί για εγκληματίες, εμπόρους ναρκωτικών και διακινητές γυναικών, οφείλει πρώτα απ’ όλα να ψάξει μέσα στην ελληνική αστυνομία και στα διάφορα νυχτερινά κέντρα του νησιού, εκτός αν θεωρεί ότι τα λεφτά από τη πρέζα και το trafficking, τα παίρνουν και αυτά οι μετανάστες ή ακόμα καλύτερα, αν πιστεύει ότι στο νησί μας δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα.
Ας μεριμνήσει λοιπόν πρώτα για τη κοινωνική δυσωδία που δεκαετίες τώρα ρυπαίνει τη Κρήτη, ας ενδιαφερθεί για τα βέρα ‘‘ελληνόπουλα’’ της νύχτας και τους εγκληματίες της Χρυσής Αυγής που μαχαιρώνουν και βιάζουν (βλ. υπόθεση του χρυσαυγίτη γυμναστή Πετράκη στην Ιεράπετρα), στον ίδιο της τον τόπο και ας σταματήσει να στιγματίζει εξαθλιωμένους ανθρώπους που είδαν τα σπίτια τους να καταστρέφονται, από τις βόμβες της ‘’πολιτισμένης’’ δύσης.
Γνωρίζουμε καλά τη κατηγορία των ‘’Ελλήνων πολιτών’’ στην οποία ανήκει η κυρία Σπανάκη. Είναι μια κατηγορία πολιτικά και ιστορικά αστοιχείωτων –συνήθως γκλαμουράτων- ατόμων, που κάποια στιγμή εμπλέκονται με ‘’τα κοινά’’, λόγω γνωριμιών, επαγγελματικού πρεστίζ και οικογενειακού ιστορικού στη τοπική αυτοδιοίκηση (ο πατέρας της συγκεκριμένης ήταν γιατρός και για χρόνια δημοτικός σύμβουλος Ηρακλείου). Κοινός παρανομαστής όλων αυτών των ‘’Ελλήνων’’ είναι ο πολιτικός και ιστορικός αναλφαβητισμός˙ η ανικανότητα δηλαδή ερμηνείας του παρόντος μέσα από την ανάγνωση του παρελθόντος και την κατανόηση των αιτιών και των συνθηκών κάτω από τις οποίες λαμβάνει χώρα ένα ιστορικό γεγονός, όπως ένα προσφυγικό κύμα εκατομμυρίων ανθρώπων που εγκαταλείπουν τη χώρα τους στα πλαίσια ενδοιμπεριαλιστικών συγκρούσεων.
Ακόμα, άλλο ένα στοιχείο που δεν κατανοεί η εν λόγω κοινωνική κατηγορία, είναι ότι κάθε στάση και δήλωση είναι φορτισμένη πολιτικά και εξυπηρετεί πάντα –ακόμα και χωρίς πρόθεση- συγκεκριμένες ιδεολογικές θέσεις. Μία δήλωση που ζητάει δημόσια αυστηρότερο έλεγχο των μεταναστών και τους στιγματίζει ως εγκληματίες και φορείς ασθενειών, νομιμοποιεί τη ρητορική της Χρυσής Αυγής και εξωραΐζει τις μελλοντικές φασιστο-συγκεντρώσεις που πιθανώς να εμφανιστούν ενάντια στην εγκατάσταση μεταναστών σε τοπικά ‘’hotspot’’.
Να μην απορήσει λοιπόν η αντιδήμαρχος αν αύριο-μεθαύριο οι νεοναζί της Χρυσής Αυγής και οι ελάχιστοι ντόπιοι ακολουθητές τους, επικαλεστούν τις δηλώσεις της προσδοκώντας νομιμοποίηση από το ‘‘κύρος’’ της θέσης της στη τοπική αυτοδιοίκηση, για να ξεπλύνουν τον ρατσιστικό τους οχετό.
‘’Για το τέλος θέλω να μιλήσω ως Ελληνίδα, ως ένα άτομο που αγαπά την χώρα του και τους κατοίκους της, που θέλει να υπάρχει ειρήνη και ασφάλεια στον τόπο που κατοικεί. Ποιός δικαιούται αυτή την αγάπη να την ταυτοποιήσει ως ρατσισμό; Όλοι όσοι αγαπούν την Ελλάδα θα με καταλάβουν…’’
Ο φασισμός και ο ρατσισμός είναι παιδιά του καπιταλισμού και του δυτικού εθνοκεντρισμού. Ακόμα και όταν ο εθνοκεντρισμός αυτός δεν εκφέρεται ξεκάθαρα, υποβόσκει και στιγματίζει το διαφορετικό ως κατώτερο και εχθρικό, εξωραΐζοντας την εκμετάλλευση και τη βαρβαρότητα των ντόπιων κεφαλαιοκρατών και των εγκληματικών συμμοριών που συντηρούν. Έτσι η εθνική ενότητα, μπαίνει πιο πάνω από τη ταξική, σε μία αντιδραστική αφήγηση που υποστηρίζει ότι ο Έλληνας άνεργος έχει περισσότερα κοινά να υπερασπιστεί με τον (Έλληνα) Βγενόπουλο παρά με τον Σύρο άνεργο, μετανάστη˙ ή ότι ένας Έλληνας κι ένας Πακιστανός εργάτης σε βιοτεχνία, έχουν περισσότερα να χωρίσουν μεταξύ τους ως προς τα δικαιώματα και το συμφέρον τους, απ’ ότι έχουν κι οι δύο μαζί, απέναντι στον Έλληνα εργοδότη που τους έχει ανασφάλιστους να δουλεύουν για 12 ώρες με 300 ευρώ, υπό τον κίνδυνο σοβαρών εργατικών ατυχημάτων.
Η ιστορία όμως ήταν πάντα συνεπής σε αυτό. Από τις ανταλλαγές πληθυσμών το ’22, τη κατοχή, τον εμφύλιο, μέχρι τη Χούντα και τη σύγχρονη καπιταλιστική κρίση, ήταν διαμορφωμένα ιστορικά δύο ασυμβίβαστα άκρα: από τη μία κεφαλαιοκράτες, μικροαφεντικά, νεόπλουτοι, εθνικόφρονες, φασίστες, μαφιόζοι και φιλελεύθεροι και από την άλλη οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, οι πρόσφυγες, οι εκμεταλλευόμενοι, οι καταπιεσμένοι κάθε είδους, οι αναρχικοί και οι κομμουνιστές. Ο κόσμος της αντίδρασης, του πολέμου και της βαρβαρότητας απέναντι στον κόσμο της αντίστασης, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας.
Εμείς τουλάχιστον, ξέρουμε καλά σε ποια πλευρά ανήκουμε.”
αναρχική συλλογικότητα
Οκτάνα
μέλος της Αναρχικής Ομοσπονδίας
Άρθρα αναγνωστών μέσω Email