Το κείμενο που ακολουθεί περιέχει αποσπάσματα από την απομαγνητοφωνήμενη συζήτηση με μία από τις συντρόφισσες που συνελήφθησαν στην αντιφασιστική μοτοπορεία στις 30/9. Στέκεται σκόπιμα στο γεγονός των βασανιστηρίων που ασκήθηκαν μέσα στην Ασφάλεια – και που τόσο λυσσαλέα το κράτος προσπάθησε να συγκαλύψει, φτάνοντας στα άκρα της γελοιότητας. Γνωρίζουμε καλά πως όσα συνέβησαν δεν αποτελούν παρέκκλιση. Η δημοσιοποίησή τους αποσκοπεί στο να μεταφέρει τις εμπειρίες των συντρόφων και να σπάσει τη σιωπή που επιτρέπει την επανάληψή τους. Τα όσα συνέβησαν έγιναν η αφορμή να καταδειχτούν πράγματα αυτονόητα, αλλά συστηματικά αποσιωπημένα: Ότι τα φασιστικά πογκρόμ δεν θα μπορούσαν να σταθούν χωρίς τη βοήθεια της αστυνομίας, που σπεύδει να χτυπήσει όσους στήνουν κοινωνικά αναχώματα στη δράση των ναζιστικών συμμοριών. Ότι το κράτος δεν είναι “ουδέτερο” ανάμεσα σε “ακροκινούμενες ομάδες”, όπως συχνά διατείνεται η προπαγάνδα του, εξομοιώνοντας τους ανθρώπους που παλεύουν ενάντια στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα με τα φασιστικά τομάρια που υπηρετούν τα αφεντικά, χτυπώντας αγωνιστές και τις πιο ευάλωτες κοινωνικά και ταξικά ομάδες. Και από την άλλη, ότι η κρατική τρομοκρατία και η καταστολή, τα μοναδικά όπλα που έχει να αντιπαρατάξει ένα σάπιο πολιτικό σύστημα, δεν είναι αρκετά για να καταπνίξουν την αξιοπρέπεια, την αντίσταση και την αλληλεγγύη. Γιατί η αποκάλυψη της κτηνωδίας δεν είναι αιτία υποταγής, είναι λόγος αφύπνισης και εξέγερσης συνειδήσεων.
ΕΡ : Θέλεις να ξεκινήσεις κατευθείαν περιγράφοντας τα γεγονότα της μοτοπορείας;
ΑΠ : Την Κυριακή 30 Σεπτέμβρη έγινε η τρίτη αντιφασιστική μοτοπορεία. Είχαν προηγηθεί άλλες δύο μέσα στον Σεπτέμβρη. Η πρώτη στις γειτονιές του Μεταξουργείου, του Αγίου Παύλου και της Ομόνοιας, και η δεύτερη στο Μοναστηράκι, την Ερμού και το Θησείο. Εκείνη την ημέρα ξεκινήσαμε από τα Εξάρχεια κατά τις 8 το βράδυ και κατευθυνθήκαμε προς την πλατεία Αμερικής και τους γύρω δρόμους. Σκοπός της πορείας ήταν να δώσει δύναμη στους μετανάστες λίγες μέρες μετά το ρατσιστικό πογκρόμ. Η αλήθεια είναι ότι όταν περάσαμε από τις γειτονιές αυτές, υπήρχε απίστευτος ενθουσιασμός από τους μετανάστες. Ύψωναν τις γροθιές τους, χειροκροτούσαν, έκαναν το σήμα της νίκης, μας έλεγαν “ευχαριστώ”. Αυτό ήταν λίγα λεπτά προτού δεχτούμε την επίθεση. Είναι η τελευταία εικόνα που θυμάμαι πριν την επίθεση της αστυνομίας.
ΕΡ : Εκείνη τη στιγμή ήταν περίπου 80 μηχανάκια;
ΑΠ : Ναι, δικάβαλα τα περισσότερα, δηλαδή γύρω στα 150 άτομα.
ΕΡ : Και η αστυνομία;
ΑΠ : Δεν βλέπαμε καθαρά επειδή ήταν βράδυ και χτυπούσανε τα φώτα από τις μηχανές τους. Όταν φτάσαμε στη ζώνη που είχε γίνει το πογκρόμ, που είχαν βγει οι φασίστες και σπάγανε μαγαζιά μεταναστών, οι Δελτάδες ήταν αρκετοί. Είχαμε κάνει στάση στη Φυλής και φωνάζαμε συνθήματα. Δεν ξέρω ακριβώς πώς ξεκίνησε γιατί ο όγκος της πορείας ήταν μεγάλος και ο δρόμος στενός, τα μηχανάκια δηλαδή ήταν απλωμένα σε μεγάλο μήκος. Άκουσα στο πίσω μέρος της πορείας τα μπαμ-μπουμ από τις κρότου-λάμψης, οι οποίες έπεφταν συνεχόμενα η μία μετά την άλλη. Επειδή οι μπάτσοι ακολουθούσαν την πορεία, βρίσκονταν στο τέλος της. Οπότε η επίθεση έγινε από εκεί. Επικράτησε χαμός. Υπήρχε παντού καπνός από αυτά που μας ρίχνανε, δεν μπορούσαμε καθαρά να δούμε ο ένας τον άλλον. Οι κρότου-λάμψης σκάγανε δίπλα μας, πάνω μας, παντού. Πίσω οι μπάτσοι χτυπούσαν με τα γκλομπ. Δεξιά και αριστερά ήταν παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Πολλά μηχανάκια είχαν ακινητοποιηθεί, δεν μπορούσαν να προχωρήσουν λόγω του όγκου της πορείας. Αυτό κράτησε κάμποσα λεπτά. Κάπως προσπαθήσαμε να προχωρήσουμε ώστε να μην υπάρξουν άλλοι τραυματίες. Εμένα με σταμάτησε λίγο πιο κάτω ένα περιπολικό μαζί με τον οδηγό από το μηχανάκι που επέβαινα. Και οδηγούμαστε στη ΓΑΔΑ. Όταν φτάνω στη ΓΑΔΑ, βλέπω άλλα 13 άτομα, τα οποία ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση, πάρα πολύ χτυπημένα. Κάποιοι αιμορραγούσαν από το κεφάλι, κάποιοι από χέρια και πόδια. Υπήρχε πολύ αίμα. Κάποιοι δεν μπορούσαν να περπατήσουν.
ΕΡ : Πού ακριβώς σας πήγαν;
ΑΠ : Ήμασταν στον έκτο όροφο, έξω από τα γραφεία, στο διάδρομο. Είχε δύο πάγκους. Κάποια παιδιά είχαν χειροπέδες και αιμορραγούσαν ταυτόχρονα. Ζητούσαμε χαρτί για να σταματήσει το αίμα και δεν μας δίνανε καθόλου. Έτυχε και είχα ένα πακέτο χαρτομάντιλα μαζί μου και προσπάθησα να βοηθήσω, δηλαδή να μαζέψουμε λίγο το αίμα. Το πακέτο όμως δεν έφτανε γιατί δεν ήταν μόνο ένας, ήταν πολλοί που αιμορραγούσαν. Και οι μπάτσοι όταν ζητούσαμε χαρτί λέγανε “δεν θα έχετε τίποτα, θα κάτσετε όπως είστε”. Όσο περνούσε η ώρα κατέφταναν κι άλλοι της Δέλτα. Στην άκρη από τους πάγκους είχε ένα γραφειάκι, και ήταν όλοι μαζεμένοι εκεί. Μας φώναζαν και έγραφαν σε ένα χαρτί τι ρούχα φοράμε, γενικά, την περιγραφή μας. Έτσι έγιναν οι δήθεν αναγνωρίσεις για να έχουν το χρόνο να “μαγειρέψουν” πού θα γράψουν ότι συνέλαβαν τον καθένα μας και κάτω από ποιες συνθήκες. Όλα αυτά τα μάθαμε στη συνέχεια, αφού είδαμε τις κατηγορίες που μας αποδίδουν. Είναι τελείως ψέματα, δηλαδή εκτός του ότι έχουν κάνει λάθη για τον τόπο σύλληψης, έχουνε κάνει λάθη ακόμα και στις περιγραφές. Ούτε αυτό δεν μπόρεσαν να κάνουνε σωστά!
ΕΡ : Καλά, είναι σαφές ότι οι κατηγορίες δεν ευσταθούν. Απλά πήραν εντολή να χτυπήσουν την πορεία και συνέλαβαν όποιον μπορούσαν την ώρα που αυτή αποχωρούσε, ακόμα και σε μεγάλη απόσταση. Το “αδίκημα” στην ουσία είναι η συμμετοχή σε μια αναρχική αντιφασιστική πορεία.
ΑΠ : Ο σκοπός τους αυτός ήτανε: να χτυπήσουν την πορεία, ιδίως στο σημείο εκείνο που είχε προηγηθεί το πογκρόμ. Οπότε, το κατηγορητήριο που φτιάξανε μετά με ένα σωρό κακουργήματα δεν στέκει. Αντίθετα, όλος ο κόσμος ήταν πολύ σοβαρά τραυματισμένος σε όλα τα σημεία του σώματος. Όπως είχαμε και την περίπτωση του taser σε ένα παιδί. Στη διάρκεια της σύλληψής του, χτυπήθηκε με όπλο taser στην πλάτη. Όπως μας είπε, εκείνη τη στιγμή παρέλυσε όλο του το σώμα και έπεσε κάτω. Και τον είδαμε και στη ΓΑΔΑ μετά, έχει μια τρύπα στην πλάτη από το taser, βαθιά πληγή. Τέλος πάντων, περνούσαν πολλές ώρες που εμείς περιμέναμε εκεί, στους πάγκους. Επίσης, δεν είχαμε νερό. Δεν είχαμε τίποτα, μας είχανε πάρει όλα μας τα πράγματα. Όταν ζητήσαμε νερό, μας αρνήθηκαν. Βρίσκουμε από τα σκουπίδια ένα μικρό μπουκαλάκι νερού και ένα δεύτερο κάτω από έναν πάγκο. Και έχουμε αυτά τα δύο πλαστικά μπουκαλάκια τα οποία γεμίζουμε μόνο όταν κάποιος από εμάς ζητάει να πάει τουαλέτα και κάποιος μπάτσος αποφασίσει να τον συνοδεύσει. Γιατί, με διάφορες προφάσεις, το αρνούνται και αυτό. Έτσι, νερό πίναμε μια γουλιά ο καθένας από τους 15 κάθε 2-3 ώρες. Δίπλα υπήρχε μια πόρτα και έμπαιναν σ’ ένα γραφείο ένας-ένας οι Δελτάδες για να δώσουν κατάθεση. Ήταν γύρω στους 30, οι οποίοι κάθονταν οι περισσότεροι γύρω από αυτό το γραφειάκι που ανέφερα, απέναντί μας, και οι υπόλοιποι κατά μήκος του διαδρόμου. Εκεί ακούσαμε τα πάντα. Είναι δύσκολο να τα θυμηθώ. Απειλές του τύπου “Θα δείτε με ποιον τα βάλατε” και “θα δείτε αν θα ξανακάνετε αντιφασιστική”, “πήγατε να τα βάλετε με τη Χρυσή Αυγή και θα δείτε. Κι εμείς Χρυσή Αυγή είμαστε”, “θα πεθάνετε όπως οι παππούδες σας στο Γράμμο και το Βίτσι”. Κάνανε σεξιστικά σχόλια για εμάς τις κοπέλες, πολύ χυδαία, πράγματα που δεν τα ακούς πουθενά και από κανέναν έξω στο δρόμο.
ΕΡ : Πόσες κοπέλες ήσασταν;
ΑΠ : Ήμασταν δύο κοπέλες. Είχαν εστιάσει το μένος τους σε εμάς, δηλαδή για αρκετές ώρες ασχολούνταν μόνο με εμάς, βρίζοντας και απειλώντας μας. Μετά αναφέρονταν σε νεκρούς αγωνιστές, στον Λάμπρο Φούντα, στον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, στον Χριστόφορο Μαρίνο, λέγοντας ότι τώρα θα πάμε να τους βρούμε και οι υπόλοιποι. Μέσα σε όλα αυτά, ήταν ένας της Δέλτα, ψηλός, ο οποίος είχε δεμένο το αριστερό του χέρι. Από τη στολή ξεχωρίζανε ποιοι είναι της Δέλτα. Αυτός ερχόταν ανάμεσά μας, μας πατούσε τα πόδια με τις αρβύλες του, κάπνιζε και πέταγε τις στάχτες του πάνω μας. Μετά, βγάζει το κινητό του και αρχίζει και περνάει από πάνω μας. Τράβαγε φωτογραφίες και έλεγε “έχουμε τις διευθύνσεις σας, έχουμε τα ονόματά σας, τώρα έχουμε και τις φάτσες σας και τώρα θα τα έχει όλα και η Χρυσή Αυγή”. Όταν κάποιος από εμάς προσπαθούσε να αντισταθεί, και εννοώ φραστικά, να διαμαρτυρηθεί, τον χτυπούσε με μπουνιές και κλωτσιές.
ΕΡ : Αυτός ο συγκεκριμένος;
ΑΠ : Κυρίως αυτός χτύπαγε και οι άλλοι σιγοντάρανε. Βρίζανε, σηκώνονταν όρθιοι, έρχονταν πάνω από τα κεφάλια μας και ρίχνανε και αυτοί μπουνιές ή μας κολλούσαν τα κεφάλια στον τοίχο. Στο επίπεδο των βασανιστηρίων δεν είναι μόνο ο ξυλοδαρμός, είναι και οι απειλές, οι προσπάθειες εξευτελισμού. Κι αυτά βασανιστήρια είναι. Αλλά υπήρχε και σωματική βία. Όταν έβλεπα τα παιδιά που ήδη αιμορραγούσαν να τρώνε και άλλο ξύλο, δεν άντεχα. Περισσότερο χτυπημένος ήταν ένας που είχε ανοίξει το κεφάλι του και όλες τις ώρες αιμορραγούσε, πονούσε πολύ, φώναζε για γιατρό συνέχεια, και όταν μίλαγε τον χτυπούσαν. Δηλαδή όταν ζήταγε κάτι τον χτυπούσαν με γροθιές και σφαλιάρες. Επίσης, επειδή οι ώρες περνούσαν -είχαμε καταφέρει να κρατήσουμε ένα ρολόι και βλέπαμε την ώρα- κάποια στιγμή θέλαμε να κλείσουμε λίγο τα μάτια, να ξεκουραστούμε για δύο λεπτά. Είχαμε εξαντληθεί, ιδίως οι τραυματισμένοι. Το παιδί αυτό που έχανε αίμα από το κεφάλι, σε κάποια φάση έκλεισε τα μάτια του και ξάπλωσε. Δεν τον άφηναν, του φώναζαν “Σήκω πάνω, δεν θα κοιμηθείς, σήκω πάνω”. Ένα άλλο παιδί που ήταν χτυπημένο στο πρόσωπο, αιμορραγούσε πάνω από τη μύτη και από το χέρι. Άλλοι ήταν πολύ χτυπημένοι στην πλάτη, είχαν σημάδια από γκλομπ. Τους είχαν ρίξει κάτω στη σύλληψη και τους χτυπούσαν ενώ τους είχαν ακινητοποιημένους. Και ενώ ήταν πεσμένοι στο δρόμο τους τραβούσαν να τους βγάλουν τα κράνη με μανία, με κίνδυνο να τους πνίξουν, την ώρα που το κράνος ήταν δεμένο με το λουράκι στο λαιμό. Σημάδια από γκλομπ υπήρχαν σε όλα τα σημεία του σώματος: πλάτη, κοιλιά, πόδια, χέρια. Εγώ, έτσι όπως ήταν ο πάγκος, είχα μαζεμένα πάνω τα πόδια και σκυμμένο το κεφάλι στα γόνατά μου για να μην μπορούν να φωτογραφίσουν με το κινητό το πρόσωπό μου. Αυτός ο συγκεκριμένος Δελτάς έρχεται από πάνω μου και αρχίζει να μου τραβάει τα μαλλιά για να μου σηκώσει το κεφάλι και να με βγάλει φωτογραφία. Την πρώτη φορά που έγινε αυτό, ο διπλανός μου, ένας από τους κρατούμενους, διαμαρτυρήθηκε. Όταν διαμαρτυρήθηκε, έφαγε ξύλο. Τη δεύτερη φορά που πάλι πέρασε ο Δελτάς από εμένα, διαμαρτυρήθηκα εγώ. Και έφαγα εγώ ξύλο. Επειδή είχα τα χέρια μπροστά στο πρόσωπό μου με τους αγκώνες ψηλά, έτρωγα μπουνιές στο λαιμό. Όπου μπορούσε να με πετύχει επειδή δεν πετύχαινε καλά το πρόσωπό μου. Μου τραβούσε τα μαλλιά και έριχνε γροθιές και σφαλιάρες.
ΕΡ : Ο ίδιος; Αυτός που σας είχε πει ότι βγάζει φωτογραφίες για να τις στείλει στη Χρυσή Αυγή;
ΑΠ : Ναι, και τον θυμάμαι επειδή είχε δεμένο το χέρι του. Μετά άρχισε να τραβάει βίντεο. Την τρίτη φορά που έρχεται πάλι σ’ εμένα, απειλώντας ότι ξέρει το σπίτι μου και πού μένω, εγώ πάλι δεν σήκωσα το κεφάλι μου και πάλι άρχισε να με χτυπάει. Εκεί ξέσπασα. Τον έσπρωξα να φύγει από πάνω μου και άρχισα και φώναζα και ούρλιαζα να μας αφήσει ήσυχους, ότι μας έχουν συλλάβει και δεν έχουν κανένα δικαίωμα να το κάνουν αυτό. Μέσα σε όλο το χαμό δεν θυμάμαι τι ακριβώς έλεγα, πάντως φώναζα πολύ δυνατά. Και έτσι, από τις φωνές μου, βγήκε στο διάδρομο ένας με πολιτικά, ίσως ο αξιωματικός υπηρεσίας, ο οποίος τον συγκράτησε για να μη μου επιτεθεί ξανά και λέει στους Δελτάδες ότι όσοι έχουν ήδη καταθέσει να αποχωρήσουν. Που σημαίνει ότι τόσες ώρες είχαν ήδη καταθέσει οι περισσότεροι και απλώς κάθονταν εκεί για να συνεχίζεται αυτό το πράγμα. Και από εκείνη τη στιγμή έφυγε αυτός. Παρέλειψα να πω ότι ο συγκεκριμένος δεν ήταν ο μόνος που τράβαγε βίντεο και φωτογραφίες. Αυτός είχε το πιο κοντινό πλάνο επειδή περιφερόταν ανάμεσά μας. Οι άλλοι που κάθονταν στο γραφείο βιντεοσκοπούσαν τον συνάδελφό τους να κάνει αυτά που έκανε σ’ εμάς. Δεν συνεχίστηκε άλλο ο ξυλοδαρμός, αλλά συνέχισαν τα υπόλοιπα. Είχαν ένα λέιζερ με κόκκινη ακτίνα την οποία την έριχναν στα μάτια μας μόλις τα κλείναμε λίγο να ξεκουραστούμε. Μετά κλείνανε τα φώτα του διαδρόμου και άνοιγαν έναν φακό και τον ρίχνανε πάνω μας λέγοντας “να, έτσι γίνεται η σωστή ανάκριση” και “τώρα θα σου δείξω εγώ πως γίνεται”. Και πάλι ερχόταν κάποιος από αυτούς ανάμεσά μας, με το φακό, ενώ ήταν σβηστά τα φώτα. Επίσης, πείραζαν επίτηδες τα κλιματιστικά, με αποτέλεσμα μία να παγώνουμε και μία να ζεσταινόμαστε. Σταμάτησα πλέον να ζητάω να πάω στην τουαλέτα γιατί όταν με πήγαιναν, στον διάδρομο κάθονταν κι άλλοι ασφαλίτες και Δελτάδες, και όταν περνούσα ανάμεσά τους άκουγα τα χειρότερα. Δηλαδή σεξιστικά, υβριστικά, απειλές, τα πάντα. Και ήταν και κάποιοι με στημένα τα κινητά τους έτοιμα να με φωτογραφίσουν καθώς προχωρούσα.
ΕΡ : Πότε σταμάτησε αυτό;
ΑΠ : Κατά τις 7 το πρωί, τότε που έφυγαν οι τελευταίοι Δελτάδες. Και είχαμε συλληφθεί λίγο μετά τις 9 το βράδυ. Όλες αυτές τις ώρες επαφή με δικηγόρο δεν είχαμε. Οι δικηγόροι ήρθανε για λίγο στις 3 το μεσημέρι της Δευτέρας. Στον έκτο όροφο της ΓΑΔΑ ήμασταν περίπου 19 ώρες. Τον σύντροφο που ήταν πολύ χτυπημένος τον πήγανε στο νοσοκομείο τη Δευτέρα το πρωί. Έκανε ράμματα στο κεφάλι, τον δέσανε με επιδέσμους και είχε σπασμένο χέρι. Τους άλλους τραυματίες δεν τους είδε γιατρός. Πήγαν κατευθείαν την Τρίτη στον ιατροδικαστή. Ξέχασα να πω κάτι: Όταν ήμασταν στον έκτο μας ζητούσαν ένα-έναν να μπει σε ένα γραφείο και να τον ψάξουν. Δηλαδή να του κάνουν σωματικό έλεγχο, να γδυθεί. Οπότε έγινε ήδη σωματικός έλεγχος την Κυριακή το βράδυ. Ύστερα πήγαμε στη Σήμανση και στην Εισαγγελία. Η εισαγγελέας μας είπε ότι μέχρι την Πέμπτη κρατούμαστε. Όταν γυρίζουμε στην Ασφάλεια, μας ανεβάζουν στον έβδομο όροφο όπου είναι τα κρατητήρια. Εκεί μας φωνάζουν ξανά έναν-έναν για να μας κάνουν σωματικό έλεγχο. Διαμαρτυρήθηκα και είπα ότι δεν έχει κανένα νόημα δεύτερος έλεγχος, αφού συνέχεια συνοδεύομαι από αστυνομικούς. Μου λένε ότι έτσι είναι ο κανονισμός, με παίρνει μια μπατσίνα και με οδηγεί σε έναν χώρο – πριν τα κρατητήρια έχει κάτι γραφεία και δεξιά έχει ένα δωματιάκι σαν αποθήκη. Μπαίνω και περιμένω να κλείσει η πόρτα. Και μου λέει αυτή ότι η πόρτα δεν κλείνει και ότι θα με ψάξει έτσι. Της λέω “τι είναι αυτά που λες; Θα με ψάξεις με ανοιχτή την πόρτα;” Απέναντι ακριβώς ήταν ένα γραφείο που καθόταν κανονικά ο μπάτσος που δούλευε και απ’ έξω πηγαινοέρχονταν κι άλλοι μπάτσοι στα κρατητήρια και στα γραφεία. Ήμασταν ακριβώς απέναντι, δεν υπήρχε τίποτα το διαχωριστικό, ήμουν μπροστά από μια ανοιχτή πόρτα.
ΕΡ : Παρόμοιες καταγγελίες έγιναν και από τους προσαχθέντες και τους συλληφθέντες της Δευτέρας, όταν χτυπήθηκε από τα ΜΑΤ η συγκέντρωση αλληλεγγύης μέσα στα δικαστήρια της Ευελπίδων.
ΑΠ: Ναι, προσήγαγαν 25 άτομα και από αυτούς συνέλαβαν τέσσερις. Η μία ήταν κοπέλα, την έφεραν αργότερα στα κρατητήρια μαζί μας. Θέλω να πω ότι αυτό που ήταν πάρα πολύ σημαντικό για εμάς ήταν ότι και την πρώτη μέρα που οδηγηθήκαμε στον εισαγγελέα και την Πέμπτη και την Παρασκευή – όταν μετά από 20 ώρες στα δικαστήρια αφεθήκαμε ελεύθεροι με εγγυήσεις και περιοριστικούς όρους – όλες αυτές τις μέρες η αλληλεγγύη που εισπράξαμε από τον κόσμο μάς έδωσε απίστευτη δύναμη. Δηλαδή το ότι βλέπαμε τους συντρόφους μας να φωνάζουν συνθήματα, έτσι παίρναμε δύναμη. Χωρίς την αλληλεγγύη δεν ξέρω πραγματικά αν θα μπορούσαμε να σταθούμε το ίδιο δυνατοί όπως σταθήκαμε τώρα. Τέλος, θέλω να επισημάνω ότι ο λόγος που αναφερόμαστε και καταδεικνύουμε τα βασανιστήρια από τους μπάτσους δεν εντάσσεται σε καμιά λογική θυματοποίησης. Το κράτος από πάντα προσπαθούσε και θα συνεχίζει την προσπάθεια τρομοκράτησης με οποιοδήποτε μέσο διαθέτει. Αυτό που αναλογεί σε εμάς είναι να αναδείξουμε τα γεγονότα και μέσα από αυτά να γίνουμε ακόμα πιο συνειδητοποιημένοι, ακόμα πιο δυνατοί στον αγώνα ενάντια στη βαρβαρότητα που μας επιβάλλουν.
* Σημ: Στις 27 Οκτώβρη έγινε και τέταρτη αντιφασιστική περιπολία, διασχίζοντας με συνθήματα και μαυροκόκκινες σημαίες κεντρικούς δρόμους της Αθήνας.
ΠΗΓΗ : Αναρχικό Δελτίο Αντιπληροφόρησης και Δράσης “Μαύρη Σημαία”