«Σπάει» το απόρρητο στο διαδίκτυο και την σταθερή και κινητή τηλεφωνία, καθώς με απόφαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, το απόρρητο των επικοινωνιών δεν θα ισχύει σε περιπτώσεις που γίνονται απειλητικά, υβριστικά και συκοφαντικά σχόλια ή μηνύματα. Μάλιστα, οι εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες να δώσουν στοιχεία τα των πελατών τους, ακόμα και τις διευθύνσεις κατοικίας και εργασίας τους, προκειμένου να εντοπιστούν.
Γνωμοδότηση του εισαγγελέα Αρείου Πάγου Ι. Τέντε τίθεται κατά της ανωνυμίας στο Internet ακόμη και για πλημμελήματα
Οι δικαστές και οι μπάτσοι στην Ελλάδα φτιάχνουν τους δικούς τους γραπτούς και άγραφους νόμους που δεν ελέγχονται από κανέναν
Γνωμοδότηση του εισαγγελέα Αρείου Πάγου Ι. Τέντε επαναλμβάνει τις θέσεις του τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά και τίθεται εκ νέου υπέρ της άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet, αντίθετα με την ισχύουσα νομοθεσία που δεν προβλέπει την άρση του απορρήτου για πλημμελήματα.
Γνωμοδότηση προς ΑΔΑΕ
Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ι. Τέντες με σημερινή γνωμοδότησή (υπ’ αριθμ. 12/2009) του απαντάει σε ερώτημα της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), σχετικά με την άρση του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet, στις περιπτώσεις που αναρτούνται υβριστικά κείμενα.
Το διευκρινιστικό ερώτημα της ΑΔΑΕ τέθηκε μετά την αμφιλεγόμενη γνωμοδότηση (υπ’ αριθμ. 9/2009) του τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά με την οποία είχε ταχθεί υπέρ της άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet ακόμη και για αδικήματα πλημμεληματικής μορφής στις περιπτώσεις που “τελείται οποιοδήποτε έγκλημα μέσω του Διαδικτύου ή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων”.
Οι γμωμοδοτήσεις αντίθετες με τη νομοθεσία
Αντίθετα με τη γνωμοδότηση Σανιδά και Τεντέ η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει την άρση του απορρήτου μόνο για αδικήματα κακουργηματικής μορφής μέσω Εισαγγελικού Διατάγματος ή Βουλεύματος Δικαστικού Συμβουλίου.
Διώξεις εταιρειών παροχής internet
Εξάλλου, στις 21 Ιουλίου 2009 είχαν ασκηθεί διώξεις σε βαθμό πλημμελήματος για τα αδικήματα της υπόθαλψης εγκληματία και της απείθειας από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών κατά παντός υπευθύνου στις ιδιωτικές εταιρίες τηλεπικοινωνιών Forthnet, ΟΤΕ, Hellas on Line και Tellas επειδή οι συγκεκριμένες εταιρίες δεν είχαν παραχωρήσει τα σχετικά στοιχεία που τους ζητήθηκαν από τις Αρχές στο πλαίσιο της διαδικασίας μηνύσεων που είχαν υποβληθεί για σειρά κατηγοριών για αδικήματα μέσω κινητών τηλεφώνων και blogs, καθώς οι σχετικές διώξεις είχαν βασιστεί αποκλειστικά και μόνο στη γνωμοδότηση Σανιδά.
«Δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος προστασίας του απορρήτου»
Ο κ. Τέντες αναφέρει στη γνωμοδότησή του ότι για την επικοινωνία μέσω Internet «δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος προστασίας του απορρήτου» στις περιπτώσεις που αναρτούνται υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα.
Ειδικότερα, ο Τέντες αναφέρει, μεταξύ των άλλων, στη γνωμοδότησή του ότι «οι περιπτώσεις στις οποίες οι ανακριτικές αρχές για την εντόπιση του δράστη εξυβριστικών, συκοφαντικών, απειλητικών, εκβιαστικών τηλεφωνικών κλήσεων ή μηνυμάτων, κατά την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, προανακρίσεως ή κυρίας ανακρίσεως, κατόπιν εγκλήσεως κατά κανόνα του παθόντος, δέκτη των εν λόγω κλήσεων κλπ., ζητούν την ανακοίνωση εκ μέρους των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στοιχείων σχετικών με την ταυτότητα ή τη θέση της συνδέσεως ή του χρήστη, εκφεύγουν του προστατευτικού πεδίου της διατάξεως του άρθρου 19 § 1 του Συντάγματος. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις δεν πρόκειται για επικοινωνία ή ανταπόκριση κατά την έννοια της συνταγματικής διατάξεως. Οι επαφές αυτές ως, εκ του σκοπού και του περιεχομένου τους, το οποίο είναι ευθέως εγκληματικό, αφενός δεν συνιστούν «ανταλλαγή απόψεων, διανοημάτων κλπ.» και αφετέρου δεν γίνονται στο πλαίσιο σχέσεως οικειότητας και εμπιστευτικότητας».
Εν συνεχεία η γνωμοδότησή δηλώνει ότι «οι ανακριτικές αρχές, ανταποκρινόμενες στο προστατευτικό καθήκον του Κράτους, εκδηλούμενο ως θετική υποχρέωση αυτού προς διασφάλιση της ανεμπόδιστης και αποτελεσματικής ασκήσεως των δικαιωμάτων του ατόμου, κατ’ άρθρο 25§1 του Συντάγματος, και ενεργούσες σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή για παροχή έννομης προστασίας (άρθρο 20 του Συντάγματος) και τιμωρήσεως των εγκλημάτων (άρθρα 96§1 και 87§1 του Συντάγματος) μπορούν, στα πλαίσια του δικαιώματός τους να συγκεντρώνουν τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για τη βεβαίωση του εγκλήματος, να ζητούν τα προαναφερόμενα στοιχεία, χωρίς την προηγούμενη τήρηση της διαδικασίας άρσεως του απορρήτου του εκτελεστικού της διατάξεως του άρθρου 19 § 1 εδ. β΄ του Συντάγματος Ν. 2225/1994, αφού, όπως ελέχθη, δεν πρόκειται για απόρρητο».
«Είναι αυτονόητο, ότι πρέπει να διενεργείται κυρία ανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση μετά από παραγγελία εισαγγελέα καθώς και ότι ο τακτικός ανακριτής ή ο παραγγέλλων εισαγγελέας, σύμφωνα με βασική αρχή ισχύουσα επί των ανακρίσεων, θα ζητήσει τα στοιχεία για τα οποία γίνεται λόγος αφού, μετά τήρηση των αρχών της αναλογικότητας, κρίνει ότι, βάσει των στοιχείων που μέχρι τη στιγμή εκείνη διαθέτει, είναι δυνατόν να υποτεθεί ευλόγως ότι μόνο με αυτό το μέσο θα γίνει δυνατή η βεβαίωση του εγκλήματος και η ανακάλυψη του δράστη».
( πηγή : athens.indymedia.org & news247.gr )