Λίγα λόγια για το κείμενο
Το Κείμενο αυτό της Πρωτοβουλίας Αναρχικών Πειραιά, το οποίο γράφτηκε με αφορμή πρόταση – συζήτηση για την δημιουργία συντονιστικού για τους μετανάστες, το 2006 και προσπάθησε να απαντήσει στης ανάγκες εκείνης της περιόδου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αρκετά σημεία του δεν αγγίζουν και το τώρα. Αυτό το κείμενο δεν κυκλοφόρησε εβρίτερα πλατία ούτε έτυχε της ανάλογης σημασίας γιατί πήγαινε ενάντια στην πολυλογία τον υπέρ διεθνιστών, αεθνικόν και διαφόρων άλλων μεταμοντέρνων κοσμοπολιτικών θέσεων . Το κείμενο δεν είναι ολοκληρωμένη μελέτη, αλλά περισσότερο κάποιες νηφάλιες και ορθολογικές σκέψης – θέσης πάνω στο ζήτημα της μετανάστευσης. [1]
Η μετανάστευση είναι ένα διαχρονικό και οικουμενικό κοινωνικό φαινόμενο που οι αρχικές αιτίες του ταυτίζονται – πολλές φορές αλλά όχι μόνο – με τη σπανιότητα των πόρων και αγαθών για την επιβίωση των πληθυσμών που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν. Φαινόμενο αρνητικό απ’ τη στιγμή που οι αιτίες του ανευρίσκονται σε συγκεκριμένα αίτια προερχόμενα από ταξικές κοινωνικές δομές και οργάνωση που βασίζονται στην άνιση κατανομή των πόρων για την επιβίωση τόσο από άποψη βιολογική όσο και από άποψη πολιτισμική.
Από την πάλαι ποτέ εποχή που τα μεταναστευτικά – αποικιστικά ρεύματα επέβαλλαν τα ήθη τους στους κατακτημένους λαούς, (Αμερική, Αυστραλία κλπ), μέχρι τη σημερινή εποχή που πληθυσμοί διεκδικούν την επιβίωση και την ελευθερία, και μεταναστεύουν εν μέσω πολέμων, απόλυτης φτώχειας, μαζικών επιδημιών, κλιματικών αλλαγών, καταπάτησης κοινωνικών δικαιωμάτων, δημογραφικών καταστροφών και γενοκτονιών και ύστερα από μια σειρά βίαιων στρατιωτικών αποικιοκρατικών επεμβάσεων από αυτοκρατορίες, αστικές δημοκρατίες και βασιλείες, τα αίτια συνηγορούν τόσο στην ανεπαίσχυντη συνθήκη της πολιτικής ανισότητας όσο και στην κραυγαλέα ανισότητα της κατανομής των πόρων σε οικουμενικό και εθνικό επίπεδο.
Τεράστιοι πληθυσμοί, σήμερα, διεκδικούν με «νόμιμο» ή «παράνομο» τρόπο, ένα τμήμα των υλικών και κοινωνικών αγαθών των οποίων στερούνται εξ αιτίας της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού [2] κύρια των κρατών της Δύσης (που από αυτοκρατορίες και δυναστείες έχουν μεταλλαχθεί σε αστικές δημοκρατίες) τα οποία, είτε με ρόλο πρωταγωνιστή είτε με ρόλο δορυφόρου, απαλλοτρίωσαν βίαια (με στρατιωτικά μέσα) και συνεχίζουν να απαλλοτριώνουν (με οικονομικά-θεσμικά μέσα) το φυσικό και κοινωνικό πλούτο σε συνδυασμό με την επιβολή ολοένα και περισσότερο ανελεύθερων κανονισμών προκειμένου να διαφυλάξουν την κυριαρχία τους.
Η νεοαποικιοκρατία που εύσχημα ονοματίζεται παγκοσμιοποίηση, στις μέρες μας, δια μέσου διεθνών φόρουμ, ενώσεων, συνασπισμών, οργανώσεων των πιο κυρίαρχων κρατών και αφεντικών (G8+1, ΠΟΕ, ΕΕ, ΝΑΤΟ, NAFTA, κλπ.) διαχειρίζεται ως ένα σημαντικό ζήτημα τη μετανάστευση αυτών των πληθυσμών προκειμένου να μην αποτελέσει κίνδυνος τόσο για τα μελλοντικά της σχέδια όσο και για να μπορέσει να αξιοποιήσει προς όφελός της το φαινόμενο:
α) να εντάσσει διαρκώς πολιτισμικά και οικονομικά στις αξίες της Οικονομίας της Αγοράς τους μετανάστες
β) ν α μπορεί να επιφέρει στο Σώμα των Καταπιεσμένων Πληθυσμών ολοένα και δυσεπίλυτες και «ανεξήγητες» διαιρέσεις. Ο Αλβανός οικοδόμος, ο Ινδός αγρότης που ψεκάζει στα θερμοκήπια, ο Κινέζος καταστηματάρχης, ο άραβας τρομοκράτης, ο Κορεάτης γυρολόγος, ο Νιγηριανός ή Πακιστανός πωλητής CD, ο Πολωνός ή Ουκρανός τεχνίτης, η Ρωσίδα ή Ουκρανή πόρνη, η Αλβανίδα ή Ρωσίδα, ή Βουλγάρα σύζυγος ή οικιακή βοηθός ή αποκλειστική νοσοκόμα, ο Ρουμάνος διαρρήκτης, ο Ούγγρος αρκοντεονίστας, η Φιλλιπινέζα τροφός, ο λατινοαμερικάνος τραγουδιστής και μουσικός που πουλάει φολκλόρ στο Μοναστηράκι, είναι και δείγματα αυτής της κρατικής δυναμικής να αξιοποιεί στο έπακρο τα προσόντα τους προς όφελος της αγοράς και να τροχοπεδεί την συνένωση των καταπιεσμένων.
Στο φαινόμενο της μετανάστευσης εντάσσεται και το φαινόμενο της «αστυφιλίας» όπως και της «παλιννόστησης», μιας πραγματικής δηλαδή προσφυγιάς και μετανάστευσης κατοίκων της «περιφέρειας» ή της επαρχίας προς το κλεινόν άστυ, ή μιας μετοίκησης ανθρώπων από τις «αλύτρωτες» πατρίδες για λόγους οικονομικούς είτε για λόγους κοινωνικούς. Κοινωνικές και οικονομικές αιτίες, που ξεκλήρισαν τον αγροτικό πληθυσμό, εξαφάνισαν από το χάρτη τον αγροτικό πολιτισμό προς χάρη της ανάπτυξης του άστεως της βιομηχανίας και της καπιταλιστικής ανάπτυξης εν μέσω μιας προδιαγεγραμμένης, από τις κρατικές γραφειοκρατίες, πορεία πληθυσμιακής αναδιάταξης, ήταν αυτές που ξεχώρισαν τη μετανάστευση σε δυο μορφές, σε σχέση με το έθνος: εντός του έθνους και εκτός του έθνους.
Έτσι, είτε πρόκειται για στίφη επαναστατών που έβρισκαν άσυλο στις δημοκρατικές και κοσμοπολίτικες πόλεις του Μεσαίωνα, είτε για μάζες καταναγκαστικά εκτοπισμένων πρώην αγροτών (παράδειγμα της Αγγλίας για αναγκαστικές απαλλοτριώσεις γης) με το νέο ρόλο του βιομηχανικού εργάτη, είτε για την προσφυγιά από τις βίαιες εθνοκαθάρσεις, είτε για την προγραμματισμένη εγκατάλειψη της υπαίθρου για τη στήριξη της βιομηχανίας και την προαγωγή αστικής τάξης από το κράτος, είτε για την εθνική συσπείρωση εθνικών κρατών με τις απανταχού μειονότητές του, έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο μαζικής μετακίνησης πληθυσμών που συνάδει με την προηγούμενη παραδοχή: της εξουσιαστικής οργάνωσης της κοινωνίας και την άνιση κατανομή των φυσικών και κοινωνικών πόρων.
Έτσι, ο «βλάχος» που «μας παίρνει τις δουλειές και δε μας αφήνει να κοιμηθούμε τα μεσημέρια», ο «παγουράς» – Γιαννιώτης που φτιάχνει το φούρνο της γειτονιάς, ο «μανιάτης» που «αλωνίζει στο λιμάνι του Πειραιά», ο «βρωμονησιώτης» που διεκδικεί ένα τεμάχιο γης στο Πέραμα, ο «πελοποννήσιος» με τον Μπάρμπα στην Κορώνη, ο «βολιώτης με τα τσαρούχια που έγινε άνθρωπος», ο «γύφτος» με το τσαντίρι που έκανε περιουσία με τα «ρούχα», ο «τουρκόσπορος» -μικρασιάτης και η «παστρικιά Σμυρνιά που μας κλέβουν τον τόπο μας», ο «ρωσοπόντιος» κακοποιός, ο «βορειοηπειρώτης»-αλβανός για τις ελληνικές αρχές και «μειονοτικός» για τις αλβανικές είναι τα ρητά δείγματα που εδώ και μερικές δεκαετίες απασχολούν τον ντόπιο πληθυσμό για τους ομοεθνείς του. Μια διαφορά χρόνου που αφορά την ένταξή όλων αυτών στον «εθνικό κορμό» κάνει – τεχνητά – πιο ιδιότυπη και περίπλοκη μια ενιαία κατάσταση. Αν εξετάσει κανείς τη γενεαλογική ταυτότητά του έχοντας την προκατάληψη της διηνεκούς παρουσίας του «έθνους» της «φυλής» του «γένους» στο χώρο και στο χρόνο, θα βρεθεί προ εκπλήξεων: είναι «μπάσταρδος», δηλαδή αποτέλεσμα μιας αιτιολογημένης επιμιξίας φυλών, εθνών και γενών.
Συμπερασματικά, παρόλη την αρνητική της λειτουργία (εφόσον ήταν προϊόν κοινωνικού καταναγκασμού και αποτέλεσμα της ανισότητας και κυριαρχίας) η μετανάστευση είχε -και σαφώς έχει- και τη θετική της πλευρά: Η γνωριμία με τον «άλλο», τον «διαφορετικό» μέσω της από δαιμονοποίησής του, η δημιουργία του εθίμου της φιλοξενίας και η ιερότητα του ξένου, ο συγκερασμός πολιτισμών, η βιολογική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους καθώς και η αποφυγή εκφυλιστικών φαινομένων. Τέλος, μέσα στις θετικές επιδράσεις, καταγράφεται και η διάδοση φιλοσοφικών και επαναστατικών-ανατρεπτικών ιδεών κυρίως από πολιτικούς πρόσφυγες, διαχρονικά.
Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ
Από το 1990 και κατόπιν, οι δραστικές αλλαγές που έλαβαν χώρα μετά τη ραγδαία κατάρρευση, του κρατικού καπιταλισμού, ανέδειξαν όλες τις υπόκωφες και υπόρρητες πραγματικότητες οι οποίες ελλόχευαν. Το κράτος ως τοποτηρητής του σοσιαλισμού της κοινωνικής δικαιοσύνης και της επανάστασης καταπίεσε σε όλα τα επίπεδα τους πληθυσμούς σ’ αυτές τις χώρες. Διέλυσε κάθε έννοια κοινωνικού ιστού τον οποίο είχε υποκαταστήσει με σκληρές αυταρχικές δομές, κάθε έννοια τοπικής οικονομίας αφού το κράτος ήταν ο αποκλειστικός παράγοντας σχεδιασμού καθώς και κάθε έννοια πολιτικού αυτοκαθορισμού.
Επόμενο ήταν με την κατάρρευσή τους, να μην πρωταγωνιστήσουν οι ελάχιστες δυνάμεις εκείνες που θα πρόσφεραν μια εναλλακτική λύση προς αυτό το σύστημα και να χρησιμοποιηθούν οι οικονομικές υποδομές στην υπηρεσία του λαού με διαδικασίες αυτοδιαχείρισης και αυτοδιεύθυνσης. Η οικονομία της αγοράς και η αστική εκδοχή της δημοκρατίας με τον πιο επαίσχυντο τρόπο το αντικατέστησε ραγδαία, ενώ πόλεμοι ξέσπασαν ως συνέπεια μιας χρόνιας καταπίεσης εθνών που ήταν ενταγμένα στους κρατικούς σχηματισμούς αυτούς. Σ’ αυτό βέβαια συνέβαλαν και τα κυρίαρχα κράτη της Δύσης αφού ήταν η μεγάλη ευκαιρία τόσο να διατρανώσουν την υπεροχή της αγοράς και της αστικοδημοκρατικής βαρβαρότητας αλλά και να μπορέσουν να ελέγξουν οικονομικά και στρατηγικά την οικουμένη. Έτσι, μάζες ανθρώπων, είτε οικονομικών μεταναστών, είτε προσφύγων από τους πολέμους, συνέρευσαν στις χώρες της δύσης, διεκδικώντας ατομικά ένα κομμάτι ελευθερίας και επιβίωσης.
Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ, Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ
Δυο αντίπαλα ρεύματα διακρίνονται αυτήν την περίοδο τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες στις οποίες ζουν παντοιοτρόπως και εισέρχονται παντοιοτρόπως μετανάστες και πρόσφυγες:
1) Το ένα συσπειρώνεται με στόχο τον κοινωνικό αποκλεισμό αυτών των ανθρώπων, περιλαμβάνοντας μια σειρά από διαφορετικές συντηρητικές έως και οπισθοδρομικές προσεγγίσεις. Βασικά, φασιστικές, ρατσιστικές, εθνικιστικές, φυλετιστικές λίγκες θέτουν ως αιχμή το ζήτημα των μεταναστών χρησιμοποιώντας υπαρκτά προβλήματα του πληθυσμού ο οποίος αδυνατώντας να αποδώσει τις αιτίες της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης στο ίδιο το σύστημα, στρέφεται στην καθημερινότητά του εναντίον των μεταναστών. Αποτελεί την πέμπτη φάλαγγα του κράτους το οποίο σε συνδυασμό με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς περιορίζουν τις δυνατότητες των μεταναστών για διεκδίκηση δικαιωμάτων και από την άλλη τους περιορίζουν στο λειτουργικό ρόλο της εφεδρικής στρατιάς εργαζομένων προκειμένου να παραχθεί εθνικό προϊόν με το μικρότερο κόστος.
Αυτό έχει ως βασική συνέπεια την αντιπαλότητα μεταξύ των καταπιεσμένων ντόπιων και μεταναστών με ιδιαίτερες αιχμές στο ζήτημα της εξεύρεσης εργασίας καθώς και σε ζητήματα πολιτισμικής σημασίας. Έτσι αναβιώνουν οι αντιδραστικές αναχρονιστικές θεωρίες που έδωσαν την ευκαιρία στο έθνος – κράτος να πάρει τη σημερινή του μορφή, επηρεάζοντας δραστικά το κοινωνικό σώμα στην κατεύθυνση της συναίνεσης στο σύστημα κυριαρχίας.
Η καταπίεση των εθνικών, γλωσσικών, πολιτισμικών μειονοτήτων, η επιβολή μιας εν δυνάμει ενιαίας γλώσσας εντός των συνόρων καθώς και η εθνική προβολή – στο πλαίσιο μιας εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής – των απανταχού μειονοτήτων και ομογενών ήταν οι βασικές πρακτικές με στόχο τα εθνικά κράτη να επιβάλλουν πλαστούς διαχωρισμούς στον πληθυσμό, την ενιαία εθνική συνείδηση ως πρότυπο αποδοχής και εν τέλει τη μετατροπή των πολιτών σε υπηκόους.Αυτό πραγματοποιήθηκε και με τη δημιουργία μιας ιστορικής συνείδησης ταυτισμένης με την επίσημη ιστορία η οποία παραφράζει τα γεγονότα έχοντας λευκές σελίδες στις οποίες απαγορεύεται ή εμποδίζεται η πρόσβαση.
2) Το άλλο έχοντας ως προμετωπίδα τον αντιρατσισμό, επιδιώκει κυρίως με συστημικές δραστηριότητες να εντάξει ομαλά τους μετανάστες στην κοινωνική οργάνωση θεωρώντας όλη την κοινωνική αντίδραση εναντίον των μεταναστών ως ρατσιστική. Η «πολυπολιτισμική κοινωνία», η «ανοχή» και η «διαφορετικότητα» αποτελούν τις βασικές αναφορές του και στόχους του. Γραφεία κομμάτων, ΜΚ οργανώσεις, πολιτικές οργανώσεις, δραστηριοποιούνται με αξίες αστικές -ουμανιστικές χωρίς να αντικρούουν τις αιτίες του μεταναστευτικού φαινομένου. Ενταγμένες στη λογική της παγκοσμιοποίησης διεκδικούν μαζί με μεταναστευτικές συλλογικότητες αστικά δικαιώματα και μια εξίσωση απέναντι στον ισχύοντα νόμο.
Στεκόμαστε εχθρικά απέναντι στους πρώτους διαχωρίζοντας τις οργανωμένες ομάδες, κόμματα που εντοπίζουν στους μετανάστες τον κοινωνικό αντίπαλο και τροφοδοτούν παραδόσεις και αναχρονιστικές θεωρήσεις του παρελθόντος, από τον πληθυσμό ο οποίος μπορεί να γίνει εξαιρετικά επιρρεπήςστα συνθήματα μίσους και διαχωρισμού. Αποτελούν ένα σοβαρό κίνδυνο μετακύλησης των αιτιών της πολύπλευρης κρίσης σε ένα πληθυσμό των μεταναστών ο οποίος είναι εξαιρετικά ευάλωτος ως κοινωνικά αποκλεισμένος.
Οι αντεπαναστατικές-αναχρονιστικές θεωρήσεις μπορούν να αποκτήσουν ένα έδαφος που θα μπορούσε να εμποδίσει την ανάπτυξη συνεργασίας του ντόπιου με το μετανάστη και να επιβάλλουν την κρατική μηχανή ως μια δυνατότητα κοινωνικής ισορροπίας και σταθερότητας. Αυτό μπορεί δυναμικά να έχει ως συνέπεια την επιβολή μέτρων εναντίον των μεταναστών που αργότερα θα εφαρμόζονται στους ντόπιους. Τα μέτρα του κράτους και οι πρακτικές αυτών των ομάδων με την ανοχή του ή χωρίς, είναι ο σύγχρονος πυλώνας για την εφαρμογή μέτρων σε ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού και που αφορούν στην κοινωνία της επιτήρησης και ελέγχου, στην επιδείνωση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών και πολιτικής ομηρίας.
Στεκόμαστε κριτικά απέναντι στο δεύτερο ρεύμα αφού οι έννοιες των δικαιωμάτων σταματούν στις διεθνείς ρήτρες (διακηρύξεις ΟΗΕ κλπ.) οι οποίες δεν θίγουν το μοντέλο της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Ως ένα βαθμό αυτό το ρεύμα, δηλαδή, ενώ αποτελεί τον αντίποδα στον κοινωνικό αποκλεισμό και πρωτοβάθμια μπορεί να περιθάλψει στους κόλπους του κάθε πρόσφυγα ή μετανάστη, εν τούτοις τον εντάσσει μέσα στο πλέγμα της κυριαρχίας και της οικονομίας της αγοράς, που είναι άμεσα υπεύθυνες για το φαινόμενο του μαζικού εξανδραποδισμού. Η χρήση του μοντέλου της «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» και του σεβασμού προς τη «διαφορετικότητα» ή της «ανοχής» έναντι του «άλλου», του «ξένου» δεν μπορούν να προωθήσουν τις αξίες της αλληλεγγύης αλλά και της καταπολέμησης των αιτιών της μετανάστευσης που θεμελιώνονται στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ανισότητα.
α) δεν προϋποθέτουν την άρση των κάθε είδους προνομίων (οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών) που υπάρχουν μέσα στις μεταναστευτικές ομάδες
β) αποδέχονται τους διεθνείς όρους με τους οποίους συνθλίβονται πολιτισμοί και προκαλούνται συρράξεις, αλλά και μαζικά ρεύματα προσφυγιάς
γ) έχουν την προοπτική μιας οικουμενικότητας όπως αυτή εκφράζεται από τη σύγχρονη αποικιοκρατία.
Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία είναι κυρίως οι όροι που προσπαθούν να περιγράψουν τις αιτίες του κοινωνικού αποκλεισμού των μεταναστών. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία που προωθούνται συστηματικά από ρατσιστικές, φασιστικές και εθνικιστικές ομάδες δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές αιτίες του κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός ήταν, είναι και θα είναι ο βασικός μοχλός διαχωρισμού του κοινωνικού σώματος και διάσπασης του κοινωνικού συμφέροντος από την πλευρά της κυριαρχίας που χρησιμοποιούσε, χρησιμοποιεί και θα χρησιμοποιεί κοινωνικές ομάδες εναντίον άλλων. Στην πραγματικότητα ένα τμήμα του ημεδαπού πληθυσμού υιοθετεί φοβικές αναφορές τους εξαιτίας του γεγονότος ότι επιδεινώνεται η ζωή του σε περιόδους μετανάστευσης. Αποτελούν την κυρίαρχη εξήγηση και ερμηνεία για ένα γεγονός που οι αιτίες του αφορούν όλους του καταπιεσμένους, αλλοδαπούς και ημεδαπούς.
Έτσι, ο ρατσισμός, ένα κράμα θεωρήσεων, κατασκευασμένων θεωριών και αντιεπιστημονικών αναλύσεων, ο οποίος έχει τις ρίζες του στην απαξίωση φυλών, λαών και εθνών δεν μπορεί να ερμηνεύσει τα φοβικά φαινόμενα, την έλλειψη αποδοχής των μεταναστευτικών ομάδων και εν τέλει τον κοινωνικό αποκλεισμό. Η δε ξενοφοβία, ως ερμηνεία επίσης δεν μπορεί να εξηγήσει το γεγονός ότι επιλεκτικά ομάδες αλλοδαπών θεωρούνται αποδεκτές ενώ δεν θεωρούνται κάποιες άλλες. (Π.χ.η αντιμετώπιση των δυτικών μετοίκων – οι οποίοι είναι και αυτοί μετανάστες σε σχέση με τους ανατολικούς μετανάστες).
Οι όροι «ξενοφοβία» και «ρατσισμός», συμπερασματικά, δημιουργούν σύγχυση σ’ ότι αφορά την εξήγηση του γεγονότος του κοινωνικού αποκλεισμού και συμβάλλουν στο να δρομολογηθούν λάθος πρακτικές σε σχέση με την αλληλεγγύη και την από κοινού πάλη με τους μετανάστες ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό ενώ το «πολυπολιτισμικό μοντέλο» της κοινωνίας του σεβασμού «της διαφορετικότητας» και της «ανοχής» του «άλλου» μπορεί εν δυνάμει να αποτελεί εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός οικουμενικού εξισωτικού κινήματος.
ΣΑΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Αυτό που δεν μπορεί εύκολα να γίνει ορατό, είναι πως από τη μεριά των κρατών, και του συνόλου των καπιταλιστικών συμφερόντων που αυτά εξυπηρετούν, στην Ελλάδα, την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο, το ζήτημα της μετανάστευσης είναι απλά ένα πιόνι σε ένα συνολικό παιχνίδι οικονομικών πόλων, γεωπολιτικής, εσωτερικής και διεθνούς κυριαρχίας.
Οι κατηγορίες και οι πολιτικές ταξινομήσεις του κάθε πολιτικού χώρου δύσκολα μπορούν να διαχειριστούν τον κυνισμό της αλήθειας πως η εξουσία δεν είναι ούτε ρατσιστική ούτε εξισωτική, ούτε ξενόφοβη, ούτε ξενόφιλη. Κάνει απλά τη δουλειά της, κάνει ότι κάθε φορά νομίζει πως χρειάζεται για να διασφαλιστεί, και να προωθήσει τα σχέδιά της. Η εμμονή σε αυτήν την (για τους αναρχικούς) κοινοτυπία, υφίσταται για τον μόνο λόγο πως κάθε φορά που ξεχνιέται οδηγούμαστε σε λάθη…
Τρεις είναι οι βασικές προσεγγίσεις για τη σχέση της εξουσίας με το ζήτημα της μετανάστευσης. Τρεις λάθος προσεγγίσεις αν αφορούν την πραγματικότητα που υφίσταται, τρεις ουτοπικές προσεγγίσεις αν αφορούν πολιτικές αιτηματολογίες…
α. Η ρατσιστική ξενοφοβική
Ο φασισμός, όποια κι αν είναι η ανάλυση του καθενός για αυτόν, από τη στιγμή που ηττήθηκε στρατιωτικά, απώλεσε το πολιτικό – κινηματικό του στοιχείο. Παρέμεινε σαν μια ιδεολογική εμπροσθοφυλακή των δυτικών καθεστώτων, σαν μια εφεδρεία πολιτικής έκφρασης των πιο αντιδραστικών κοινωνικών υποκειμένων, σαν μια αδύνατη αλλά επικοινωνιακά χρήσιμη δύναμη κοινωνικής κινητοποίησης μερίδας της «άγριας νεολαίας». Ένα συχνά εξωθεσμικό αντίβαρο στον κοινωνικό πόλεμο.
Γύρω από αυτόν, παρέμεινε και αναπτύχθηκε ένα πολιτικό πεδίο, που φτάνει ως τις μέρες μας. Εξαρτώμενο και ετερόφωτο, θρεμμένο στους κρατικούς μηχανισμούς, ακολουθεί από τη δεκαετία του 90 και μετά μια πορεία πολιτικής έκπτωσης και νομιμοποίησης που αντιστοιχεί σε μια “πίσω από τα σύμβολα” στροφή στο συντηρητισμό, σε πλατφόρμες που χαρακτηρίζονται ως απλά δεξιές. Η ανυπαρξία “κομμουνιστικού κινδύνου”, η αποδυνάμωση των επαναστατικών κινημάτων, έκανε τον οργανωμένο φασισμό λιγότερο χρήσιμο για τις τωρινές συνθήκες.
Συχνά μάλιστα τόσο ο “αυθορμητισμός”του πεζοδρομίου, ή ο συντονισμός με μιντιακές υστερίες, κάνουν το φασισμό, παρά τις “καλές προθέσεις του”, επικίνδυνο. Είδαμε λοιπόν το πως το “έξω οι ξένοι” του Χάιντερ, του Φίνι, του Λεπέν, του Καρατζαφέρη, μεταμορφώθηκε εν μία νυκτί στο “όσοι ξένοι μας χρειάζονται”…
Το ερώτημα που παραμένει είναι αν, πέρα από τον οργανωμένο φασισμό, υφίστανται ρατσιστικές αντιλήψεις ή ξενοφοβικές διαθέσεις, ανοργάνωτα ή και απολίτικα μέσα στην κοινωνία. Για να γίνουμε πιο σαφείς το ερώτημα τίθεται ως εξής “υπάρχει ρατσισμός και ξενοφοβία, ως προς τους μετανάστες, σε τέτοια ποιότητα και ποσότητα που υπερβαίνει τον εγγενή ρατσισμό και ξενοφοβία που ενυπάρχει στη τωρινή εξέλιξη του ίδιου του εξουσιαστικού πολιτισμού;”
Από τους μικρασιάτες ως τους τσιγγάνους, τους ομοφυλόφιλους, τους επαρχιώτες, τις τοπικιστικές διαφορές, τους μη χριστιανούς… μερίδα της ελληνικής κοινωνίας και το Ελληνικό κράτος γράφουν την ιστορία τους όπως την γράφουν όλα τα εξουσιαστικά μορφώματα του πλανήτη. Η είσοδος των μεταναστών θα ήταν παράλογο να ανατρέψει αυτή τη συνθήκη. Έγινε κατορθωτό, και μέσα τους ίδιους διαδρόμους της κυριαρχίας, ο ρατσισμός να μην εκφραστεί πέρα το ήδη “ωφέλιμο” επίπεδό του.
Έτσι πέρα από λίγα – και το βασικό, ασύνδετα – περιστατικά, ούτε συστηματοποιήθηκε, ούτε ενσωματώθηκε ένας συνολικός ρατσιστικός λόγος, ούτε αντικρίσαμε κάποιες από τις ιδιαίτερα γνωστές στα Βαλκάνια, ρατσιστικές κινητοποιήσεις. Η ξενοφοβική δεξαμενή πάντα γεμάτη, στην πιο συντηρητική (σε σχέση με τη Δύση) Ελλάδα, παραμένει πράγματι ένας ισχυρός παράγοντας.
Συνδεδεμένη όμως από τη μία με την ταξική απειλή αλλά από την άλλη με την ευκαιρία για πτώση του εργατικού κόστους σε κάθε οικονομική δραστηριότητα μπορεί παράλληλα, και χωρίς καμία αντίφαση, να διώχνεί τους “βρομιάρηδες” από το χωριό αλλά και να απαιτεί την επιστροφή των “οικογενειαρχών” πριν τη συγκομιδή…
Αν η έννοια “πολιτισμός” περιορίζεται στο φολκλόρ, τη γλώσσα, και τα ιδιότροπα έθιμα, αν δηλαδή αφήσουμε στην άκρη την καθημερινή ζωή, την κοινωνική οργάνωση, τις ανθρώπινες σχέσεις, την πολιτική συγκρότηση της κάθε κοινότητας, τότε ναι, η αστική δημοκρατία τα καταφέρνει θαυμάσια στο να ενσωματώνει νέες θεαματικές πινελιές στο πορτραίτο της ακόμα κι αν μερικοί καταλήγουν στον πάτο της θάλασσας. Αλλά δεν είναι έτσι… Ας αφήσουμε στην άκρη και τις σταλινογενείς επιδείξεις “φιλίας των λαών”, ας αφήσουμε στην άκρη και τμήματα κοινοτήτων των μεταναστών που αγωνίζονται, έντιμα, να επιβιώσουν συσκευάζοντας από τις κουλτούρες τους ότι μπορούν να φάνε οι ντόπιοι…
Είναι ανόητο να πιστεύει κανείς ότι ένας “πολιτισμός” μπορεί να αποκοπεί από το περιβάλλον του και να μεταναστεύσει. Ειδικά όταν αναφερόμαστε σε εξουσιαστικούς πολιτισμούς που πέραν του ότι, καταπολεμώντας την κοινωνική αυτονομία εξαρτούν την ύπαρξή τους από συγκεκριμένες ιεραρχίες που η μετανάστευση διαλύει, έχουν επίσης και την έξη της αλληλοεξόντωσης.
Είναι σχεδόν αδύνατο να βρει κανείς στην ιστορία της εξουσίας, δύο έστω πολιτισμούς σε συνύπαρξη που να απέφυγαν, σε βάθος χρόνου, το αιματοκύλισμα. Ή που θα κυριαρχήσει ένας ή που θα ακολουθήσει εδαφική διαίρεση. Κι επειδή, εδαφική διαίρεση, ούτε έστω με τη μορφή των γκέτο, στην Ελλάδα δεν έχουμε, είναι φανερό, πως το μόνο που πετυχαίνουν οι “άλλοι” πολιτισμοί είναι να κερδίσουν τη δημιουργία μιας ethnic αγοράς. Κι αν κάποιοι από αυτούς, αναδείξουν μια επικίνδυνη επιβιωτικότητα (π.χ. σαρία), τότε, το κράτος απλά θα εφαρμόσει το νόμο (που δεν είναι και δεν πρόκειται να γίνει καθόλου “πολυπολιτισμικός”).
Σαν αναρχικοί επίσης, ούτε ξεχνάμε το ακριβές νόημα του “πολιτισμικού αυτοκαθορισμού” ως σύνθημα της εξουσίας, ούτε πρόκειται να αθωώσουμε τα εγκλήματα κανενός εξουσιαστικού πολιτισμού απλά και μόνο γιατί ένας άλλος αντίστοιχος τα καταφέρνει καλύτερα στον κοινωνικό πόλεμο. Σαν αναρχικοί μάλιστα μπορούμε να διακρίνουμε και το λαμπρό μέλλον παραγοντισμού πολλών Ελλήνων μέσω των μεταναστών, και την ενσωμάτωση των ηγεσιών των κοινοτήτων στο ελληνικό κράτος, και τα μάταια όνειρα ψηφοθηρίας της “αριστεράς των κινημάτων”…
γ. Ο “ρεαλισμός” της ενσωμάτωσης
Αν η πολυπολιτισμική κοινωνία είναι ένα παραμύθι (ρομαντικό για μερικούς, ωφέλιμο για άλλους) τότε η πολιτισμική, πολιτική και οικονομική ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό δείχνει και η μόνη ρεαλιστική και η μόνη “φιλάνθρωπη” προοπτική. Εδώ έχουμε να κάνουμε με σκόπιμη παραπλάνηση.
Οι υπάλληλοι του κράτους, τα μίντια, οι τεχνοκράτες της αριστεράς, οι τρομοκρατημένοι με την υπογεννητικότητα πατριώτες, οι ανησυχούντες για τα ασφαλιστικά ταμεία… κλείνουν όλοι το μάτι: αφού μας φτιάξουν τις υποδομές, αφού μας γηροκομήσουν τους γέρους, οι μετανάστες θα είναι πια Έλληνες. Κι όσο για την ανεργία; Οι νόμιμοι μετανάστες πληρώνουν τη νύφη εξαιτίας των παρανόμων… και σε τελική ανάλυση όσοι είναι ήδη Έλληνες πως έγιναν τέτοιοι;
Οι ιδεολόγοι του φασισμού βρίσκουν μπροστά τους ένα τοίχο όχι διεθνιστικής αλληλεγγύης, αλλά μικροσυμφερόντων, βολέματος, καθώς και την υποψία πως ο πατριωτισμός ίσως να καθορίζεται με πιο υλικούς όρους από την καθαρότητα του αίματος.
Το ψέμα δεν βρίσκεται στο ότι οι μετανάστες θα ενσωματωθούν. Το ψέμα κρύβεται στο που θα ενσωματωθούν. Το Ελληνικό κράτος, ακολουθώντας την πορεία που του επιβάλει η θέση του στην παγκόσμια κυριαρχία, επιτίθεται ξανά στην υποτελή του κοινωνία επιχειρώντας να διαμορφώσει μια νέα ακόμα πιο επιθετική καθημερινότητα εξουσίας και εκμετάλλευσης.
Οι μετανάστες χρησιμοποιούνται πολλαπλά. Πέρα από την παρουσία τους σαν φθηνό κι ευέλικτο εργατικό δυναμικό, αποκτούν και ένα ρόλο εργαλείου ιδεολογικής διαχείρισης των αλλαγών που πραγματοποιούνται. Είτε σαν φαντασιακοί δούλοι των Ολυμπιακών πυραμίδων, είτε σαν ωραίες και φτηνές πουτάνες, είτε σαν υπεύθυνοι (και ρυθμιστές) της ανεργίας, είτε σαν εργαλείο της παγκοσμιοποίησης, όλοι μαζί, “ντόπιοι και ξένοι” τελικά θα ενσωματωθούμε στο νέο εξουσιαστικό πολιτισμό που χτίζεται. Και είναι βέβαιο, πως μόλις πάψει να χρειάζεται κάποια κοινωνικά κομμάτια να καλοπιάνονται περισσότερο, η μοίρα όλων θα είναι η μοίρα των μεταναστών. Ότι ακριβώς ίσχυε και πριν το μεταναστευτικό ρεύμα…
ΣΤΟΧΟΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
Δεν μπορεί να προκύψει καμιά αλλαγή χωρίς την από κοινού παρέμβαση των μεταναστών και των ντόπιων για το ζήτημα είτε τη βελτίωσης των συνθηκών ζωής των μεταναστών, είτε της εθελούσιας παλιννόστησής τους, είτε για την ένταξή τους σε μια διαδικασία επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας. Είναι σάρκα από τη σάρκα της ανθρωπότητας. Είναι επαναστατικό καθήκον η διεκδίκηση, μαζί με τους μετανάστες, των αστικών δικαιωμάτων που απολαμβάνουν οι νομιμοποιημένοι πολίτες κάθε κράτους, με απώτερο στόχο την ανατροπή του διεθνοποιημένου υπάρχοντος καθεστώτος πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας.
Μια διεκδίκηση που οφείλει να ξεκινάει από τους ίδιους τους μετανάστες, να αποτελεί δικό τους αγώνα και μ΄ αυτή την έννοια σαν αναρχικοί/ες είμαστε κάθετα ενάντιοι σε κάθε πρακτική διαμεσολάβησης και υποκατάστασης.
Κάθε διαφοροποίηση από μια συνθήκη παντοειδούς ισότητας καθιστά τη διαφορά ως προνόμιο. Κάθε διαφορά που σχετίζεται με τη γλώσσα, τη διατροφική συνήθεια, την αρχιτεκτονική, το είδος της κοινωνικής οργάνωσης, την οργάνωση της οικονομίας, τη δοξασία, το εθιμικό δίκαιο, την παράδοση εθνών, φυλών, γενών, είναι σεβαστή αρκεί να μην δημιουργεί προϋποθέσεις ανάπτυξης πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών προνομίων και ανισοτήτων, κάτι που σημαίνει ότι η στήριξη αγώνων και αιτημάτων διατηρεί τον κριτικό της χαρακτήρα.
Αγωνιζόμαστε για μια οικουμενική κοινωνία ισότητας, αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης και ελευθερίας για όλα τα ανθρώπινα όντα ξεχωριστά αλλά και για μια συνθήκη που θα περιλαμβάνει την εκάστοτε συλλογική συγκρότηση που διεκδικεί τη διαφορά της στο χρόνο, το χώρο, στο φυσικό περιβάλλον και την ιστορία, στο μέτρο που η ίδια δεν θα διεκδικήσει παρά την αυτονόητη διαφορετικότητά της στο πλαίσιο μιας συνεργασίας και ισότητας των εθνών.
ΣΗΜΕΙΩΣΗΣ
1) Ιστορικά, ο καπιταλισμός διευθέτησε το κοινωνικό πρόβλημα στην Ευρώπη με δύο παγκόσμιους πολέμους και με μαζική μετανάστευση σε Βόρεια και Νότια Αμερική, Καναδά και Αυστραλία! Μεμονωμένα ο μετανάστης δε σκέφτεται ποτέ να κάτσει στη χώρα του να παλέψει και φυσικά δε θα παλέψει ούτε στη χώρα που μεταναστεύει. Απλώς τη βλέπει σαν τη γη της επαγγελίας, σαν το λαχείο για να πιάσει την καλή. Αυτοί είναι οι μετανάστες σήμερα και χθες. Από καιροσκόποι και αδιάφοροι μέχρι και αντιδραστικοί. Αν ελάχιστη από αυτούς πέρασαν σε πολιτικές συνδικαλιστικές δράσης οι πλειοψηφία αντιμετωπίζει τον τόπο μετανάστευσης σαν ευκαιρία.
Για την άποψή μας όσον αφορά τους οικονομικούς μετανάστες, που θεωρήθηκε απο μερικούς ως κρυπτορατσιστική (αλήθεια γιατί «κρυπτο» και όχι ρατσιστική; sic). Αρκετοί έχουν αναγάγει τους οικονομικούς μετανάστες ως το νέο εν δυνάμει επαναστατικό υποκείμενο. Φυσικά διαψεύδονται καθημερινά γιατί παραγνωρίζουν έναν βασικό παράγοντα: ότι είναι δύσκολο για αυτούς που έρχονται να δουλέψουν στην Ελλάδα, να συνειδητοποιήσουν ότι ο καπιταλισμός αναγάγει αυτούς τους ανθρώπους σε αντικείμενα και ότι ελάχιστοι θα ξεφύγουν από αυτή την αντικειμενοποίηση, αγωνιζόμενοι για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα στη χώρα που εργάζονται, γιατί εδώ τα μεροκάματα είναι 20-50 φορές μεγαλύτερα από αυτά της χώρας τους, και κατά συνέπεια τους ενδιαφέρει μόνο αυτό και τίποτα παραπάνω (κάτι που έκανε παλαιότερα και η πλειοψηφία των Ελλήνων μεταναστών). Αλήθεια, μπορούμε να δούμε ποια επαγγέλματα στην χώρα μας θίχτηκαν; Δε θίχτηκαν βέβαια αυτό του γιατρού ή του δικηγόρου κλπ.
2) Ιμπεριαλισμός: Γενικότερα, ο όρος σημαίνει τις τάσεις εκείνες που αποσκοπούν στην εδαφική επέκταση, για την ενίσχυση των πολιτικών, κυρίως και. οικονομικών σφαιρών επιρροής.
Μερικά ιμπεριαλιστικά κράτη στην αρχαιότητα ήταν η Αθήνα, η Σπάρτη, η Περσική αυτοκρατορία, το κράτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η Κινεζική αυτοκρατορία κ.ά. Στη νεότερη εποχή, ο ιμπεριαλισμός αποτελεί την τελευταία φάση της αποικιακής πολιτικής των ευρωπαϊκών μεγάλων δυνάμεων κατά το β’ μισό του 19ου αιώνα. Στα ιμπεριαλιστικά κράτη των νεότερων χρόνων μπορούν να συμπεριληφθούν η Βρετανική αυτοκρατορία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Αυστρο-ουγγρική, η Ρώσικη, η Γερμανική αυτοκρατορία, και στην Ασία, η Ιαπωνία μέχρι τον Β παγκόσμιο πόλεμο.
Στη σύγχρονη εποχή, ιδιαίτερα από τα μέσα του 20ου αιώνα, ο ιμπεριαλισμός άλλαξε χαρακτήρα. Βαθμιαία εγκαταλείφθηκε η εδαφική επεκτατική πολιτική, διότι είναι πλέον ανέφικτη (κάτι που δεν συμβαίνει με Ιράκ, Αφγανιστάν), και ενισχύθηκε η οικονομική επεκτατική πολιτική με τα διεθνή μονοπώλια, που ελέγχουν πλέον την παγκόσμια αγορά και φυσικά διαμορφώνουν την πολιτική των χωρών οι οποίες εξαρτώνται οικονομικά από αυτά. Πρόκειται για την πολιτική που εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο από τις ΗΠΑ.
Μια άλλη μορφή ιμπεριαλισμού είναι εκείνος που μετα-τρέπει, σχεδόν αναγκαστικά την ιδεολογική ταύτιση κάποιων μικρών χωρών με άλλες ισχυρότερες σε οικονομική εξάρτηση. Πρόκειται για την πολιτική που ακολούθησαν κυρίως η πρώην Σοβιετική Ένωση και η Κίνα στις χώρες δορυφόρους τους.
Με τον όρο ιμπεριαλισμός, στη σύγχρονη πλέον ορολογία, σηματοδοτείται κάθε επεκτατική τάση, από όπου κι αν προέρχεται, στον γεωγραφικό, πολιτικό, οικονομικό, κοινω-νικό, ακόμη και στον πολιτιστικό τομέα. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη imperium = εξουσία, κυριαρχία, μτφ. Αυτοκρατορία.
3) « Η μετανάστευση δημιουργεί αμέσως μεγάλα προβλήματα στις χώρες όπου επικρατούν καλύτερες συνθήκες εργασίας, γιατί οι ορδές (υπογράμμιση δική μου) των πεινασμένων εργατών, θέλοντας και μη προσφέρουν στα αφεντικά την ευκαιρία να μειώσουν δραστικά τους μισθούς. Και όλα αυτά, που απορρέουν αναγκαστικά από το καπιταλιστικό σύστημα κατορθώνουν να εξουδετερώσουν και συχνά να καταστρέψουν κάθε ανάπτυξη της εργατικής συνείδησης και αλληλεγγύης» Ερρίκο Μαλατέστα, « Ένα Αναρχικό Πρόγραμμα», (από την μπροσούρα ‘’το ζήτημα της οργάνωσης’’ κεφ.3 σελ.41).
ΜΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
Εδώ και λίγο καιρό, οι ραφτεργάτες του Λονδίνου ίδρυσαν μια γενική ομοσπονδία για να υποστηρίξουν τα αιτήματά τους εναντίον των εργοδοτών, που στην πλειοψηφία τους είναι μεγάλο καπιταλιστές. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο ν’ ανέβουν οι μισθοί στα επίπεδα των διαρκώς αυξανόμενων τιμών των μέσων επιβίωσης αλλά και να μπει ένα τέλος στην υπερβολικά σκληρή μεταχείριση των εργατών σ’ αυτόν τον κλάδο της βιομηχανίας.
Οι εργοδότες κοίταξαν πώς θα ματαιώσουν αυτό το σχέδιο, φέρνοντας εργάτες απ’ το Βέλγιο, τη Γαλλία ή την Ελβετία. Πάνω σ’ αυτό το θέμα, το Κεντρικό Συμβούλιο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών δημοσίευσε στις βελγικές, γαλλικές και ελβετικές εφημερίδες μια προειδοποίηση, η οποία είχε πλήρη επιτυχία. Η μανούβρα των εργοδοτών του Λονδίνου απέτυχε’ αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και ν’ ανταποκριθούν στα δίκαια αιτήματα των εργατών. Έχοντας ηττηθεί στην Αγγλία, οι εργοδότες προσπαθούν τώρα να πάρουν αντίμετρα, ξεκινώντας απ’ τη Σκωτία. Σαν αποτέλεσμα των όσων συνέβησαν στο Λονδίνο, αναγκάστηκαν αρχικά και στο Εδιμβούργο να συμφωνήσουν σε μια αύξηση μισθών 15%.
Την ίδια στιγμή όμως μυστικά έστειλαν στη Γερμανία ανθρώπους για να στρατολογήσουν εργάτες, ειδικά απ’ τις περιοχές του Ανόβερου και του Μεκλεμβούργου, και να τους φέρουν στο Εδιμβούργο. Η Πρώτη ομάδα έχει ήδη μεταφερθεί. Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ο ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στη Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας.
Αν οι εργοδότες του Εδιμβούργου πετύχουν, μέσω της εισαγωγής Γερμανών εργατών, να εξουδετερώσουν τις παραχωρήσεις που ήδη έχουν κάνει, αυτό θα έχει αναπόφευκτα τον αντίκτυπό του και στην Αγγλία. Και αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι ίδιοι οι Γερμανοί εργάτες, που στη Μεγάλη Βρετανία είναι περισσότεροι απ’ τους εργάτες των άλλων εθνών της ηπειρωτικής Ευρώπης. Αυτοί οι ίδιοι νεοεισαγόμενοι εργάτες, όντας τελείως αβοήθητοι σε μια ξένη χώρα, θα βυθιστούν σύντομα στο επίπεδο ενός παρία.
Είναι ζήτημα τιμής για τους Γερμανούς εργάτες ν’ αποδείξουν στους εργάτες των υπολοίπων χωρών ότι κι αυτοί, όπως οι αδελφοί τους στη Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Ελβετία, γνωρίζουν πώς να υπερασπιστούν τα κοινά συμφέροντα της τάξης τους και δεν θα γίνουν υποτακτικά όργανα του κεφαλαίου στον αγώνα του ενάντια στην εργατική τάξη.
Για λογαριασμό του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών
Καρλ Μαρξ, Λονδίνο, 4 Μαίου 1866.
(σ.τ.συν. αυτό το απόσπασμα επιστολής του Μαρξ προς της κατά τόπους εργατικές ενώσεις , είχε και την συναίνεση των αναρχικών οι οποίοι εκείνη την περίοδο με τα διάφορα ρεύματα τους ήταν εν δυνάμη πλειοψηφία μέσα στην Διεθνή).
Πηγή : http://eleftheriakos.gr Δημοσιεύεται και στα http://www.anarkismo.net http://www.ainfos.ca/gr και http://ngnm.vrahokipos.net